Γλωσσάριο Αγγλικών & Ελληνικών Όρων του Moodle
Γ λ ω σ σ ά ρ ι ο αγγλικών & ελληνικών όρων Moodle με την ελληνική/αγγλική μετάφραση (και εναλλακτικές μεταφράσεις/αντιστοιχίσεις). (Προσοχή: προτιμάται η απόδοση της προστακτικής με απρόσωπες εκφράσεις. Π.χ. save --> αποθήκευση και όχι σώσε
ή αποθήκευσε.) Προσοχή, για να δείτε ή να κάνετε σχόλια πρέπει πρώτα να έχετε κάνει Εγγραφή στον ιστότοπο moodle.org, κατόπιν Σύνδεση στον λογαριασμό σας και τέλος Εγγραφή μέλους στην Ελληνική κοινότητα.
Ειδικά για λάθη σε ελληνικό πακέτο, παρακαλούμε στείλτε μήνυμα εδώ.
Special | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | ALL
cache(αποθηκεύω σε) κρυφή μνήμη | ||
cachestoreαποθήκευση κρυφής μνήμης (cachestore) | ||
calendar | ||
callback functionσυνάρτηση επανάκλησης | ||
capabilityδυνατότητα | ||
capacityδυναμικότητα (π.χ. χωρητικότητα) | ||
caption | ||
captureσύλληψη, αρπάζω, αιχμαλωτίζω | ||
carouselκυκλική εναλλαγή, καρουζέλ, παιχνίδι με περιστρεφόμενα αλογάκια, περιστρεφόμενα σε λούνα πάρκ | ||
cartridgeπακέτο, φυσίγγιο | ||
CASCentral Authentication Service: Κεντρική υπηρεσία αυθεντικοποίησης | ||
cascadeδιαδοχική επικάλυψη | ||
chatσυνομιλία, κουβεντούλα | ||
check box | ||
checkboxπλαίσιο ελέγχου | ||
checklistλίστα επιλογής | ||
chipφύλλο (ημιαγωγού), ολοκληρωμένο κύκλωμα (integrated circuit) | ||
chooser | ||
citation | ||
class | ||
CLI | ||
clientλογισμικό πελάτης, πελάτης λογισμικού | ||
client–server modelμοντέλο αρχιτεκτονικής λογισμικού πελάτη-διακομιστή ή πελάτη-εξυπηρετητή | ||
cloze testτεστ ολοκλήρωσης κενών, τεστ συμπλήρωσης κενών, δοκιμασία ολοκλήρωσης κενών, δοκιμασία πλήρωσης κενών | ||
clue | ||
cluster | ||
cognitive (depth)βάθος κατανόησης | ||
cohortσύνολο χρηστών, σετ χρηστών, τμήμα/σώμα στρατού, λόχος στρατού, κοόρτη (: μονάδα ρωμαϊκού στρατού αποτελούμενη από έξι εκατονταρχίες, ίση με το ένα δέκατο της λεγεώνας). A cohort of people is a group who have something in common. Cohort is used especially when a group is being looked at as a whole for statistical purposes. | ||
collapse | ||
collateσύστημα (ταξινόμησης), τακτοποίηση (ταξινόμησης), τρόπος τακτοποίησης (συλλογής), επιλογές ταξινόμησης ή σειρά ταξινόμησης. | ||
commitαποδοχή, αποδοχή υποβολής, Προς αποθετήριο, εναποθέτω (στο αποθετήριο). | ||
commit transactionεκτέλεση συναλλαγής | ||
committerεγκρίνων, εγκρίνων την υποβολή, εναποθέτης (στο αποθετήριο). | ||
competence(ανταγωνιστική) ικανότητα | ||
competences(ανταγωνιστικές) ικανότητες | ||
competenciesπροσόντα | ||
competencyπροσόν | ||
componentστοιχείο, συνιστώσα, συστατικό, εξάρτημα, μέρος | ||
conditionσυνθήκη, προϋπόθεση, όρος | ||
conferenceσύσκεψη, συνέδριο, συνδιάσκεψη, συνεδρίαση, διάσκεψη, τηλεσυνάντηση, βιντεοδιάσκεψη | ||
configurationρυθμίσεις, σετ ρυθμίσεων, διαμόρφωση, διαρρύθμιση | ||
confirmedεπιβεβαιωμένος | ||
connectσυνδέομαι | ||
connected learning | ||
consentσυγκατάθεση, συναίνεση | ||
considerθεωρώ, μελετώ, εξετάζω | ||
containerπεριέκτης, κοντέινερ | ||
contextπλαίσιο, πλαίσιο (συμφραζομένων), (εννοιολογικό) πλαίσιο, πλαίσιο εφαρμογής, περιβ. πλαίσιο, (περιβάλλον) πλαίσιο, (γενικότερο) πλαίσιο, περιβάλλον, συμφραζόμενα, συγκείμενα | ||
conversationσυζήτηση, συνομιλία, συνδιάλεξη | ||