Γλωσσάριο Αγγλικών & Ελληνικών Όρων του Moodle
Γ λ ω σ σ ά ρ ι ο αγγλικών & ελληνικών όρων Moodle με την ελληνική/αγγλική μετάφραση (και εναλλακτικές μεταφράσεις/αντιστοιχίσεις). (Προσοχή: προτιμάται η απόδοση της προστακτικής με απρόσωπες εκφράσεις. Π.χ. save --> αποθήκευση και όχι σώσε
ή αποθήκευσε.) Προσοχή, για να δείτε ή να κάνετε σχόλια πρέπει πρώτα να έχετε κάνει Εγγραφή στον ιστότοπο moodle.org, κατόπιν Σύνδεση στον λογαριασμό σας και τέλος Εγγραφή μέλους στην Ελληνική κοινότητα.
Ειδικά για λάθη σε ελληνικό πακέτο, παρακαλούμε στείλτε μήνυμα εδώ.
Special | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | ALL
;· semicolon --> άνω τελεία & | ||
(data) controller | ||
(data) processorεκτελών την επεξεργασία (δεδομένων) | ||
ability | ||
abnormal | ||
acceptedδεκτή, έγκριση | ||
accessedπροσπελασμένος, που τους έγινε πρόσβαση, επισκευθέν, επισκευθέντα, αναγνωσμένος. προσβάσιμα | ||
accumulated | ||
accumulativeαθροιστικός, -ή, -ό, σωρευτικός, -ή, -ό | ||
action | ||
activateδραστηριοποίηση, δραστηριοποίησε | ||
activeσε δράση, εν δράσει, ενεργός(-ή,-ό), ενεργοποιημένος | ||
activity | ||
ad hocειδικού σκοπού, ad hoc, επί τούτω, ειδικός, για τον σκοπό αυτό, αποκλειστικά για τον σκοπό αυτό, ακριβώς για τον σκοπό αυτό | ||
add-onπρόσθετο | ||
additionalεπιπρόσθετος, πρόσθετος, επιπλέον | ||
addon | ||
adjust | ||
advancedπροχωρημένος, σύνθετος | ||
against whichσε σχέση με τον οποίο, έναντι του οποίου, σύμφωνα με το οποίο | ||
age of consentηλικία συγκατάθεσης | ||
agentπράκτορας, πράκτορας λογισμικού, πρακτορεύων πελάτης λογισμικού | ||
aggregate | ||
agreedσυγκατάθεση, consent | ||
alertσήμα επαγρύπνησης, αποστολή σήματος επαγρύπνησης, συναγερμική ειδοποίηση, ειδοποιώ συναγερμικά, (προ)ειδοποιώ, προειδοποίηση, ειδοποιώ επειγόντως, ειδοποιώ, γνωστοποιώ, επείγουσα ειδοποίηση, προειδοποιώ, ειδοποίηση που εφιστά την προσοχή, εφιστώ την προσοχή, ειδοποίηση επαγρύπνησης, ειδοποίηση ετοιμότητας | ||
alignment | ||
allocateεκχωρώ, καταχωρίζω, διαθέτω, αναθέτω, διανέμω, κατανέμω, καταμερίζω | ||
annotateεπισημειώνω, σχολιασμός, σχολιάζω. | ||
announcement | ||
answer | ||
antivirusαντι-ιικός, αντι-ιϊκός, αντιιικός, κατά των ιών, λογισμικό προστασίας από ιούς | ||
APC | ||
appearanceεμφάνιση, παρουσιαστικό | ||
appletμικροεφαρμογή, εφαρμογίδιο, μικρή εφαρμογή, εφαρμογούλα, προγραμματάκι | ||
applyεφαρμογή | ||
apply copyΠρος υποβολή (αντιγράφου) | ||
archiveαρχειοθήκη, αρχείο συμπίεσης, αρχείο | ||
Are you sure you want toΕίστε βέβαιοι ότι θέλετε να, Σίγουρα θέλετε να, Σίγουρα να. | ||
assessmentαξιολόγηση | ||
assign roleανάθεση ρόλου, εκχώρηση ρόλου, απόδοση ρόλου | ||
assignmentεργασία (που έχει ανατεθεί), θέμα εργασίας | ||
associate | ||
attachments | ||
attempt | ||
attendanceπαρουσίες, παρουσία, παρακολούθηση, συμμετοχή | ||
attributeιδιοχαρακτηριστικό, χαρακτηριστικό, απόδοση ιδιοχαρακτηριστικού, αποδίδω χαρακτηριστικό | ||
AttributionΑναφορά Δημιουργού (BY) (~ Licence: Άδεια με Αναφορά Δημιουργού) | ||
authenticateαυθεντικοποίηση, πιστοποίηση επαλήθευσης ταυτότητας (identity verification certification) | ||
available toδιαθέσιμο μέχρι | ||
avatarεικόνα προφίλ (avatar), ψηφιακή αναπαράσταση, avatar, ψηφιακό προφίλ, προσωπικό λογότυπο, προσωπικό εικονίδιο, γραφική αναπαράσταση, άβαταρ, αβατάρα, ενσάρκωση, γραφική απεικόνιση χρήστη, εικονική ταυτότητα χρήστη, αναγνωριστικό εικονίδιο, εικονίδιο αναγνώρισης. | ||
backendυποστήριξη λειτουργίας, π.χ. backend server = εξυπηρετητής υποστήριξης (λειτουργίας). | ||
background | ||
backpackσακίδιο πλάτης | ||
backup | ||
badgeδιακριτικό, κονκάρδα, σήμα, βραβείο | ||
bannerπανό, (διαφημιστικό) πανό (ιστοτόπου), διαφημιστικό πλαίσιο, εικόνα προώθησης | ||
batchδέσμη (εντολών ή ενεργειών), μαζικός | ||
be processedυπόκειμαι σε επεξεργασία | ||
bindδέσμευση, δεσμεύω, πρόσδεση, προσδένω, διάδεση, διαδένω, σύνδεση, συνδέω | ||
blockμπλοκ, (συστατικό πλαίσιο), τουβλάκι, δομοστοιχείο, πλοκάδα, οικοδομικό τετράγωνο, συγκρότημα, φραγή | ||
blockquoteμπλοκ παράθεσης, μπλοκ παράθεσης (κατά λέξη), πλαισιωμένο παράθεμα | ||
blog | ||
blog entryανάρτηση ιστολογίου | ||
bookmark | ||
border | ||
breadcrumb | ||
browserπεριηγητής, ιστοπλοηγός, πλοηγός ιστού, φυλλομετρητής, ιστοσελιδομετρητής, ιστοσελιδοκομιστής, ιστοκομιστής, ιστοπροβολέας, αναγνώστης ιστοσελίδων. browser=περιηγητής web browser=περιηγητής ιστού web browser program=πρόγραμμα περιήγησης ιστού web browser software=λογισμικό περιήγησης ιστού web browser application=εφαρμογή περιήγησης ιστού | ||
bufferενδιάμεση μνήμη, ενταμιευτής | ||
buildεσωτερική έκδοση | ||
build-in | ||
cache(αποθηκεύω σε) κρυφή μνήμη | ||
cachestoreαποθήκευση κρυφής μνήμης (cachestore) | ||
calendar | ||
callback functionσυνάρτηση επανάκλησης | ||
capabilityδυνατότητα | ||
capacityδυναμικότητα (π.χ. χωρητικότητα) | ||
caption | ||
captureσύλληψη, αρπάζω, αιχμαλωτίζω | ||
carouselκυκλική εναλλαγή, καρουζέλ, παιχνίδι με περιστρεφόμενα αλογάκια, περιστρεφόμενα σε λούνα πάρκ | ||
cartridgeπακέτο, φυσίγγιο | ||
CASCentral Authentication Service: Κεντρική υπηρεσία αυθεντικοποίησης | ||
cascadeδιαδοχική επικάλυψη | ||
chatσυνομιλία, κουβεντούλα | ||
check box | ||
checkboxπλαίσιο ελέγχου | ||
checklistλίστα επιλογής | ||
chipφύλλο (ημιαγωγού), ολοκληρωμένο κύκλωμα (integrated circuit) | ||
chooser | ||
citation | ||
class | ||
CLI | ||
clientλογισμικό πελάτης, πελάτης λογισμικού | ||
client–server modelμοντέλο αρχιτεκτονικής λογισμικού πελάτη-διακομιστή ή πελάτη-εξυπηρετητή | ||
cloze testτεστ ολοκλήρωσης κενών, τεστ συμπλήρωσης κενών, δοκιμασία ολοκλήρωσης κενών, δοκιμασία πλήρωσης κενών | ||
clue | ||
cluster | ||
cognitive (depth)βάθος κατανόησης | ||
cohortσύνολο χρηστών, σετ χρηστών, τμήμα/σώμα στρατού, λόχος στρατού, κοόρτη (: μονάδα ρωμαϊκού στρατού αποτελούμενη από έξι εκατονταρχίες, ίση με το ένα δέκατο της λεγεώνας). A cohort of people is a group who have something in common. Cohort is used especially when a group is being looked at as a whole for statistical purposes. | ||
collapse | ||
collateσύστημα (ταξινόμησης), τακτοποίηση (ταξινόμησης), τρόπος τακτοποίησης (συλλογής), επιλογές ταξινόμησης ή σειρά ταξινόμησης. | ||
commitαποδοχή, αποδοχή υποβολής, Προς αποθετήριο, εναποθέτω (στο αποθετήριο). | ||
commit transactionεκτέλεση συναλλαγής | ||
committerεγκρίνων, εγκρίνων την υποβολή, εναποθέτης (στο αποθετήριο). | ||
competence(ανταγωνιστική) ικανότητα | ||
competences(ανταγωνιστικές) ικανότητες | ||
competenciesπροσόντα | ||
competencyπροσόν | ||
componentστοιχείο, συνιστώσα, συστατικό, εξάρτημα, μέρος | ||
conditionσυνθήκη, προϋπόθεση, όρος | ||
conferenceσύσκεψη, συνέδριο, συνδιάσκεψη, συνεδρίαση, διάσκεψη, τηλεσυνάντηση, βιντεοδιάσκεψη | ||
configurationρυθμίσεις, σετ ρυθμίσεων, διαμόρφωση, διαρρύθμιση | ||
confirmedεπιβεβαιωμένος | ||
connectσυνδέομαι | ||
connected learning | ||
consentσυγκατάθεση, συναίνεση | ||
considerθεωρώ, μελετώ, εξετάζω | ||
containerπεριέκτης, κοντέινερ | ||
contextπλαίσιο, πλαίσιο (συμφραζομένων), (εννοιολογικό) πλαίσιο, πλαίσιο εφαρμογής, περιβ. πλαίσιο, (περιβάλλον) πλαίσιο, (γενικότερο) πλαίσιο, περιβάλλον, συμφραζόμενα, συγκείμενα | ||
conversationσυζήτηση, συνομιλία, συνδιάλεξη | ||
convertμετατρέπω | ||
convertedμετατραπείς, μετατρεμμένος, μετατετραμμένος, παραχθείς από μετατροπή, μεταποιημένος | ||
cookieηλε.μπισκότο | ||
cource overviewεπισκόπηση μαθημάτων, επισκόπηση μαθήματος | ||
courseμάθημα, σειρά μαθημάτων | ||
course moduleάρθρωμα μαθήματος, (δεν έχει αυτονομία) | ||
course sectionτμήμα μαθήματος | ||
course unitενότητα μαθήματος, μονάδα (στοιχειώδης) μαθήματος (έχει αυτονομία). | ||
credentials | ||
CreditsΕυχαριστίες, Συντελεστές/Προγραμματιστές, πριμοδότηση | ||
cronεντολή χρονοπρογραμματισμού cron. | ||
cronjobχρονο-προγραμματισμένη μέσω της εντολής cron εργασία. | ||
cross-referenceδιασταυρούμενη παραπομπή, διαπαραπομπή, παραπομπή, διασταυρούμενη αναφορά, δια-αναφορά | ||
crowdfundingπληθοχρηματοδότηση, χρηματοδότηση από το πλήθος | ||
crowdsourcing | ||
CSSCascading Style Sheets (:Διαδοχικά Φύλλα Στυλ, αλληλουχία φύλλων στυλ) | ||
csvComma Separated Values text file: μορφότυπος αρχείου κειμένου τιμών διαχωρισμένων με κόμμα | ||
custom | ||
customisedπροσαρμοσμένος | ||
customizationπροσαρμογή | ||
DashboardΤαμπλό. «Η αρχική μου», «Αρχική χρήστη» | ||
Data Protection OfficerΥπεύθυνος Προστασίας Δεδομένων , Υπεύθυνος Προστασίας Δεδομένων (DPO) | ||
datagramαυτοδύναμο πακέτο, δεδομενόγραμμα | ||
datasetσύνολο δεδομένων, σετ δεδομένων | ||
deadlineκαταληκτική ημερομηνία | ||
deallocateακύρωση εκχώρησης, απεκχωρώ, αποκαταχωρίζω, ακυρώνω καταχώριση, ματαιώνω καταχωρισμό, ακυρώνω ανάθεση/διάθεση, καταργώ καταμερισμό | ||
decimal placesδεκαδικά ψηφία, δεκαδικές θέσεις, δεκαδικά | ||
decimal pointυποδιαστολή, κόμμα | ||
decimal pointsδεκαδικά ψηφία, δεκαδικές θέσεις The term "decimal point" properly refers only to those signs marking the boundary between integer and decimal numbers with a point. For convenience, it is also used to speak of marks serving a similar function in other cultures. The use of "decimal point" to mean "one of the digits in the fractional part of a decimal" is, however, typically taken to be mistaken. [from en.wiktionary decimal point] | ||
declineάρνηση, απόρριψη, μη αποδοχή συνώνυμα: refuse, reject, deny | ||
default | ||
delimiterdelimiter (character): οριοθέτης, χαρακτήρας οριοθέτησης, διαχωριστής, διαχωριστικός χαρακτήρας | ||
deployπαρατάσσω, εγκαθιστώ/ετοιμάζω για χρήση, κάνω εγκατάσταση/χρήση, εγκαθιστώ σε εξυπηρετητή ιστού, αναπτύσσω, εξαπλώνω, κάνω διαθέσιμο, εγκαθιστώ για συγκεκριμένη χρήση, εφαρμόζω αλλαγές σε λογισμικό | ||
deprecated | ||
dictionary | ||
dictionary entryλήμμα λεξικού | ||
digest | ||
disable | ||
discriminationδιάκριση, διάκριση (γενικά), κακή διάκριση, κακοδιάκριση, υπερδιάκριση (υπερβολική), άστοχη διάκριση (εκεί που δεν υπάρχει λόγος), έλλειψη (σωστής) διάκρισης. | ||
discussionσυζήτηση | ||
distinguishedδιακεκριμένος | ||
distributeκατανέμω, διανέμω | ||
DNSDNS, Domain Name System (Σύστημα Ονομάτων Τομέων ή Χώρων ή Περιοχών) | ||
dockπλευρική ελαχιστοποίηση | ||
domainτομέας (διευθύνσεων Διαδικτύου) | ||
downloadλήψη, κατέβασμα | ||
downloadableΜπορεί να ληφθεί, που μπορεί να κατεβεί, μπορεί να κατεβαστεί, κατωφορτώσιμο, καταφορτώσιμο. | ||
draftπροσχέδιο, πρόχειρο σχέδιο, πρόχειρο | ||
dragμεταφορά | ||
drag itemμεταφέρσιμο στοιχείο, μεταφερτό στοιχείο, στοιχείο προς απόθεση, μεταφέρσιμο αντικείμενο, μεταφερτό αντικείμενο, αντικείμενο προς απόθεση, στοιχείο με δυνατότητα μεταφοράς και απόθεσης. (και draggable item) | ||
draggableμεταφέρσιμος, με δυνατότητα μεταφοράς (και drag item) | ||
dragging and droppingμεταφορά και απόθεση | ||
dropαπόρριψη, απόθεση | ||
drop down | ||
drop-downπτυσσόμενος, -η, -ο, αναπτυσσόμενος, -η, -ο, αναδυόμενος, -η, -ο, αναδιπλούμενος, -η, -ο | ||
dropdown | ||
DSNόνομα προέλευσης δεδομένων (DSN: Data Source Name) | ||
dueοφειλόμενος | ||
earnκερδίζω | ||
editorεπεξεργαστής, επεξεργαστής (κειμένου), συντάκτης, συντάκτης (κειμένου), διορθωτής, κειμενογράφος | ||
effectiveness | ||
efficiency | ||
Ηλεκτρονικό Ταχυδρομείο Υπάρχουν 3 διακριτές χρήσεις: * email message: μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου * email address: διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου * email service: υπηρεσία ηλεκτρονικού ταχυδρομείου | ||
embedded | ||
emojiεμότζι, ηλεκτρονικό ιδεόγραμμα, φατσούλες/emoticons/εικονίδια διάθεσης που δεν μπορούν να εισαχθούν με το πληκτρολόγιο. | ||
emoticon | ||
emotion | ||
emptyκενός | ||
enableενεργοποιώ | ||
endorseυποστηρίζω επίσημα, υποστηρίζω (επίσημα), υποστηρίζω | ||
enterδώστε, εισαγάγετε, εισάγετε, πληκτρολογήστε | ||
entryκαταχώρηση | ||
evaluateαποτιμώ, αξιολογώ | ||
eventγεγονός, συμβάν, προγραμματισμένο γεγονός, μελλοντικό γεγονός | ||
evidenceαποδεικτικό | ||
existingυπάρχων, υφιστάμενος | ||
expandανάπτυξη | ||
expertεμπειρογνώμων, έμπειρος, ειδικός, εξπέρ. | ||
expireλήγω, εκπνέω | ||
extra creditπριμοδότηση | ||
failedκάτω από τη βάση, αποτυχών | ||
fallbackεφεδρικός, υποκατάσταστο, εναλλακτικός, μετάπτωση | ||
faviconαγαπ.εικονίδιο, εικονιδιάκι, εικονίδιο ιστοσελίδας, εικονίδιο ιστοτόπου, αγαπημένο εικονίδιο, δημοφιλές εικονίδιο, εικονιδιάκι ιστοτόπου, εικονίτσα ιστοσελίδας στον περιηγητή | ||
featureχαρακτηριστικό, λειτουργία, δυνατότητα | ||
featuredπροβεβλημένος, προτεινόμενος, επιλεγμένος, συνιστώμενος | ||
feedback | ||
feedsτροφοδοσίες, τροφοδοτήσεις, ροές, κανάλια | ||
feelαισθάνομαι (λαμβάνω μέσω των αισθήσεων) | ||
feelingαίσθημα, συναίσθημα | ||
fetchεύρεση & λήψη, πηγαίνω και φέρνω, κλήση/λήψη | ||
file permissionsδικαιώματα αρχείων, άδειες αρχείων | ||
filter | ||
flagσημαιοδότηση, σημαιοδοτώ, επισήμανση, θέτω επισήμανση, επισημαίνω, σημαία, σηματοδότης, ανάβω σηματοδότη, «ανεβαίνει» μια σημαία (flagging: σημαιοδοτήσεις) | ||
flash cardsεκπαιδευτικές κάρτες, κάρτες διδασκαλίας, κάρτες φλας, κάρτες flash | ||
forceυποχρεώνω, αναγκάζω, επιβάλω | ||
forcedυποχρεωτικός, αναγκαστικός, επιβεβλημένος | ||
formμορφή, φόρμα | ||
form templateυπόδειγμα φόρμας, πρότυπο φόρμας | ||
formatμορφότυπος, μορφή, μορφοποίηση | ||
format/formattingμορφότυπος/μορφοτύπηση, διαμόρφωση/φορμάρισμα, μορφοποίηση/μορφοποιώ, μορφότυπος/μορφοτυπώ | ||
formattingμορφοτύπηση, διαμόρφωση, φορμάρισμα, μορφοποίηση, μορφότυπος | ||
forumφόρουμ, ομάδες συζήτησης, χώροι συζήτησης | ||
forum postανάρτηση σε φόρουμ, ανακοίνωση φόρουμ, δημοσίευση σε φόρουμ | ||
frameπλαίσιο | ||
frameworkπλαίσιο (λογισμικού) | ||
front pageπρώτη σελίδα, πρώτη σελίδα (ιστοτόπου), «πρώτη ιστοτόπου», αρχική σελίδα (ιστοτόπου), «αρχική ιστοτόπου», αρχική ιστοτόπου, εξώφυλλο, κύρια σελίδα, αρχική ιστοτόπου/χρήστη | ||
fundταμείο, κεφάλαιο | ||
gadgetγκάτζετ, μικροεφεύρημα, μηχανηματάκι | ||
galleryχώρος έκθεσης, έκθεση, συλλογή, γκαλερί | ||
GDPRΓενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων (General Data Protection Regulation) | ||
get predictionεξάγω προβλέψεις | ||
globalκαθολικός, συστήματος ή ιστοτόπου | ||
glossary | ||
go (to)μεταβείτε (σε/προς) | ||
GPSΣύστημα Παγκόσμιας Θέσης | ||
grace loginσύνδεση χάριτος, χαριστική ευκαιρία σύνδεσης μετά την κανονική λήξη | ||
gradeβαθμός, βαθμολογώ, θέτω/αντιστοιχώ αριθμό σε διαβαθμισμένη κλίμακα, βαθμολογία | ||
grade itemστοιχείο βαθμού, επιμέρους βαθμολογήσιμo στοιχείo, επιμέρους βαθμός, επιμέρους στοιχείο βαθμολογίας | ||
gradebook | ||
graded itemβαθμολογούμενο στοιχείο | ||
graderβαθμολογητής, διορθωτής | ||
greyed-out | ||
greylisted | ||
groupομάδα, ομάδα συμμετεχόντων, ομάδα συμμετεχόντων μαθήματος | ||
group messageομαδικό μήνυμα, μήνυμα ομάδας | ||
grouping | ||
hash | ||
hash (digest) | ||
highlightφωτοεπισήμανση, φωτο-επισήμανση, επισήμανση, φωτο-επισημαίνω με μαρκαδόρο | ||
hintυπόδειξη, υπαινιγμός, συμβουλή, βοήθεια | ||
home pageαρχική σελίδα, κύρια σελίδα, κεντρική σελίδα, βασική σελίδα, αρχική σελίδα ιστοτόπου/χρήστη, οκεία σελίδα, οικοσελίδα, εισαγωγική σελίδα. | ||
hostυπολογιστής που φιλοξενεί, κεντρικός Η/Υ, κόμβος H/Y, δικτυακό όνομα Η/Υ, Η/Υ δικτύου | ||
hoverαιώρηση, αιωρούμαι, περνάω ή μένω από πάνω, κατάδειξη με ποντίκι (χωρίς κλικ), κατάδειξη, υπέρδειξη. | ||
hub | ||
IDαναγνωριστικό, ID, κωδικός | ||
ID numberαριθμός αναγνωριστικού, αναγνωριστικός αριθμός | ||
identification numberαριθμός αναγνώρισης | ||
identity numberαριθμός ταυτότητας | ||
illegal | ||
improper | ||
IMS CPΠακέτο (εκπαιδευτικού) περιεχομένου της IMS | ||
inactivatingκατάργηση, τερματισμός εφαρμογής, λήξη εφαρμογής, παύση ισχύος, απενεργοποίηση | ||
inappropriateανάρμοστος, απρεπής, ακατάλληλος | ||
incompleteανολοκλήρωτη, ημιτελής | ||
indexευρετήριο, ευρετηριάζω, δείκτης, δεικτοδοτώ | ||
indicateδείχνω, υποδεικνύω, υποδηλώνω, σηματοδοτώ | ||
indicatorδείκτης, ένδειξη, ενδείκτης | ||
individualιδιαίτερος, διαφορετικός, ξεχωριστός, ατομικός, προσωπικός | ||
Individual Portfolio of Competenceπροσωπικός φάκελος προσόντων [Απασχόληση, Παιδεία] | ||
informπληροφορώ, ειδοποιώ | ||
inline | ||
insightενόραση, διόραση, πρόβλεψη, μαντεψιά, πιθανολόγηση με βάση συμπέρασμα στατιστικής ανάλυσης | ||
instanceστιγμιότυπο | ||
interconnection | ||
interfaceδιεπαφή, διασύνδεση | ||
interpreterδιερμηνέας | ||
InterProcess Communication, IPCΔιαδιεργασιακή επικοινωνία | ||
invalidμη έγκυρος, άκυρος | ||
irregularαντικανονικός, ακανόνιστος, παράτυπος | ||
issueζήτημα, πρόβλημα, θέμα | ||
joinένταξη, συμμετοχή | ||
journalχρονικό υποβολών, χρονικό, επίσημο ημερολόγιο, ημερολόγιο, εφημερίδα, περιοδικό, χρονολόγιο | ||
jumpμεταπήδηση, μεταπηδώ, άλμα, κάνω άλμα | ||
knowledge | ||
label | ||
LANτοπικό δίκτυο, Local Area Network (: δίκτυο τοπικής περιοχής) | ||
launchεκκίνηση | ||
launcherαυτός που εκκινεί κάτι, αυτός που ξεκινά κάτι, εκκινητής | ||
layout | ||
LDAPLightweight Directory Access Protocol, Ελαφρύ πρωτόκολλο πρόσβασης καταλόγου | ||
learnerεκπαιδευόμενος, μαθητευόμενος, μαθητής | ||
learning analyticsμαθησιακή αναλυτική, μαθησιακές αναλύσεις | ||
learning outcomesμαθησιακά αποτελέσµατα, μαθησιακές εκβάσεις | ||
learning pathμαθησιακό μονοπάτι, μαθησιακή διαδρομή, μαθησιακή πορεία, γραμμή μάθησης | ||
learning planσχέδιο μάθησης (πιο συνηθισμένο), μαθησιακό πλάνο (πιο συγκεκριμένο) | ||
legacyπαλαιότερης έκδοσης, παλαιότερου τύπου, παλαιού τύπου, παλαιότερος, κλασικός | ||
legendλεζάντα | ||
lessonδιδασκαλία, διδακτική ενότητα | ||
licenceΔείτε license | ||
licenseάδεια, νομική άδεια, άδεια χρήσης | ||
likeτύπου | ||
linkσύνδεσμος, υπερσύνδεσμος | ||
list allλίστα όλων | ||
listing | ||
liveζωντανά, σε πραγματικό χρόνο, live | ||
locationτοποθεσία, θέση, τόπος | ||
log fileκαταγραφολόγιο, αρχείο καταγραφών | ||
log inσύνδεση, είσοδος | ||
lognormalλογαριθμοκανονική | ||
logoutαποσύνδεση | ||
logsκαταγραφές | ||
logstoreαποθήκη καταγραφών | ||
loguniformλογαριθμικά ομοιόμορφη | ||
LTILearning Tools Interoperability (: Διαλειτουργικότητα μαθησιακών εργαλείων) | ||
mainκύριος, -α, -ο, κυρίως | ||
manuallyχειροκίνητα, με το χέρι, μη αυτόματα, χειρωνακτικά | ||
mapαντιστοίχιση, χάρτης,αντιστοιχίζω, χαρτογραφώ | ||
marginεξ.περιθώριο, (δι)απόσταση, διάκενο, εξωτερικό περιθώριο, padding/spacing | ||
markμαρκάρω, σημαδεύω, βαθμολογώ, βαθμός, επισήμανση, επισημαίνω, θέτω επισήμανση, χαρακτηρίζω, σημειώνω | ||
markerδιορθωτής, βαθμολογητής δείκτης θέσης, δείκτης τοποθεσίας, ταμπελάκι, ταμπελάκι επισήμανσης, στοιχείο επισήμανσης, αντικείμενο δείκτης, ενδείκτης | ||
masteryαριστοτεχνία | ||
mediaπολυμέσα | ||
memcachememcache (κρυφή μνήμη ΒΔ στη RAM), memcache (κρυφή μνήμη για βελτίωση απόκρισης βάσεων δεδομένων από ιστοσελίδες) | ||
memory allocationεκχώρηση μνήμης, δέσμευση μνήμης | ||
menteeκαθοδηγούμενος, μεντορευόμενος, συμβουλευόμενος, μαθητευόμενος, εκπαιδευόμενος, υπό την καθοδήγηση ενός μέντορα | ||
mentorμέντωρ, μέντορας, καθοδηγητής, σύμβουλος, πνευματικός οδηγός, πνευματικός καθοδηγητής | ||
mentoringκαθοδήγηση, συμβουλευτική καθοδήγηση | ||
messagingανταλλαγή μηνυμάτων, μηνύματα | ||
migrateμετεγκαθιστώ (μεταφέρω/μετατρέπω), μετατρέπω | ||
migrationμετεγκατάσταση (μεταφορά/μετατροπή), μετάβαση/μετατροπή (δεδομένων σε άλλο λογισμικό) [αλλά μεταβάθηκε;;-->έπαθε την μετάβαση-->του έγινε μετάβαση;] μετάβαση | ||
misconfiguredκακοδιαμορφωμένος, κακορυθμισμένος, κακώς ρυθμισμένος, με κακές ρυθμίσεις | ||
mobile appεφαρμογή για κινητά | ||
modeκατάσταση, φάση, τρόπος, κατάσταση (λειτουργίας), λειτουργία | ||
moderator | ||
modifyτροποποιώ | ||
moduleάρθρωμα | ||
Moodle appεφαρμογή Moodle, Moodle για κινητά, εφαρμογή Moodle για κινητά | ||
MUCMoodle Unified Cache (ενοποιημένη κρυφή μνήμη του Moodle) | ||
My homeΑρχική χρήστη, Η αρχική μου | ||
My home pageΑρχική σελίδα χρήστη, Η αρχική μου σελίδα | ||
n/aδ/υ not available --> δεν υπάρχει | ||
nav drawerσυρτάρι πλοήγησης, συρόμενο μενού (πλοήγησης), πλευρικό μενού, συρταριέρα πλοήγησης | ||
navigationπλοήγηση | ||
nestεμφωλεύω, φωλιάζω | ||
nestedεμφωλευμένος, φωλιασμένος, ένθετος (και embedded, και build-in, και inline) | ||
newsletterενημερωτικό δελτίο | ||
noκαθόλου, χωρίς, όχι, κανένας, καμία, κανένα | ||
NoDerivsΌχι Παράγωγα Έργα (~ Licence: Άδεια Όχι Παράγωγα Έργα) | ||
NonCommercialΜη Εμπορική Χρήση (NC) (~ Licence: Άδεια για Μη Εμπορική Χρήση) | ||
noteλάβετε υπόψη, σημειώστε | ||
notes | ||
notificationειδοποίηση | ||
notifyειδοποιώ, κοινοποιώ | ||
nullμηδενικού μήκους, μη ορισμένο, (τελείως) κενό | ||
OAuth 2OAuth 2 (μέθοδος εξουσιοδοτήσεων) | ||
objective | ||
obsoleteαπαρχαιωμένος | ||
ODBCODBC, Open Database Connectivity: Ανοιχτή Συνδεσιμότητα Βάσεων Δεδομένων | ||
offlineεκτός σύνδεσης, χωρίς σύνδεση, δίχως σύνδεση, αποσυνδεδεμένος, χωρίς απευθείας σύνδεση, άνευ σύνδεσης, απογραμμικά, μη επιγραμμικά | ||
onlineεντός σύνδεσης, σε σύνδεση, σε απευθείας σύνδεση, με σύνδεση, κατά τη σύνδεση, ενώ υπάρχει σύνδεση, επιγραμμικός, διαδικτυακός | ||
online textκείμενο σε ιστοσελίδα (σε σύνδεση) | ||
opt-inεπιλογή ένταξης, δυνατότητα ένταξης, δικαίωμα ένταξης, συγκατάθεση, ρήτρα προαιρετικής υπαγωγής, προαιρετική ένταξη, απαίτηση συγκατάθεσης | ||
opt-outεπιλογή εξαίρεσης, δυνατότητα εξαίρεσης, δικαίωμα εξαίρεσης, εξαίρεση, ρήτρα εξαίρεσης, ρήτρα προαιρετικής εξαίρεσης, προαίρεση εναντίωσης | ||
ordered listαριθμημένη λίστα, διατεταγμένη λίστα, ταξινομημένη λίστα, διατεταγμένος κατάλογος | ||
outdatedξεπερασμένος, μη ενημερωμένος | ||
overdueεκπρόθεσμος, καθυστερημένος, ληγμένος, έχει λήξει | ||
overheadέξτρα φόρτος, επιπλέον φόρτος, επιβάρυνση, επίφορτος | ||
overriddenπαρακάμπτομαι, υπερκαλύπτομαι, έχω υπερκαλυφθεί, επικαλύπτομαι, έχει επικαλυφθεί, υπερβαίνομαι, έχει υπερτεθεί, υπερισχύομαι, καταπατούμαι/καταπατιέμαι | ||
overrideπαρακάμπτω, υπερκαλύπτω, επικαλύπτω, υπερβαίνω, υπερθέτω, υπερισχύω, καταπατώ | ||
overviewεπισκόπηση | ||
ownδικού σας, ιδίου | ||
paddingεσ.περιθώριο, εσωτερικό περιθώριο, μαξιλαράκι, συμπλήρωμα, γέμισμα, εσωτερική επένδυση, υπόθεμα π.χ. cell padding: εσωτερικό περιθώριο κελιού (μεταξύ περιγράμματος και περιεχομένου/δεδομένων) | ||
paradigmολοκληρωμένο παράδειγμα, παράδειγμα, πρότυπο παράδειγμα, αρχέτυπο παράδειγμα, συνολικό παράδειγμα, συστηματικό παράδειγμα, υπόδειγμα, πρότυπο, μοντέλο, κοσμοθεωρία, κοσμοείδωλο, κοσμοθέαση, κοσμοαντίληψη, εννοιολογικό πλαίσιο | ||
parameter(η) παράμετρος | ||
parseανάλυση, συντακτική ανάλυση, ανάλυση/σάρωση, προσεκτική ανάλυση | ||
passedπάνω από τη βάση, επιτυχών | ||
paste | ||
pathμονοπάτι, διαδρομή | ||
patternμοτίβο, σχηματομορφή, πρότυπο, υπόδειγμα, πατρόν, μορφή | ||
PDOΑντικείμενα δεδομένων της PHP (PDO: PHP's Data Objects) | ||
permanent | ||
permissionδικαίωμα, άδεια | ||
persistπαραμένω | ||
persistentεμμένων, εμμένουσα, εμμένον, επιμένων, επίμονος, μόνιμος, διαρκής, που παραμένει | ||
personal dataδεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, προσωπικά δεδομένα | ||
php scriptσενάριο php, δέσμη ενεργειών php | ||
pinnedκαρφιτσωμένο | ||
pipeκάθετη γραμμή, κάθετη μπάρα, κατακόρυφη μπάρα, κατακόρυφη γραμμή, κατακόρυφη | ||
pixelεικονοστοιχείo, PIcture ELement (: στοιχείο εικόνας), ελάχιστη περιοχή οθόνης στην οποία εμφανίζεται ένα μόνο χρώμα κάθε φορά | ||
placeholderδεσμευτικό θέσης, σύμβολo υποκατάστασης, προσδιοριστικό κράτησης θέσης, σημάδι επισήμανσης θέσης, μεταβλητή, όνομα μεταβλητής | ||
planπλάνο | ||
plannedσχεδιασμένος, προγραμματισμένος | ||
playerπρόγραμμα αναπαραγωγής, λογισμικό αναπαραγωγής (μουσικής/βίντεο/σεναρίου) | ||
plug-inadd-on | ||
pluggableσυνδέσιμος, βυσματούμενος, βυσματώσιμος | ||
plugin | ||
point valueτιμή βαθμών (πχ. 2 points, -1 point) | ||
popπρος υποβολή | ||
pop-upαναδυόμενος | ||
portfolioχαρτοφυλάκιο, προσωπικός φάκελος | ||
positionθέση, τοποθετώ, βάζω στη θέση του | ||
possibilityπιθανότητα | ||
postανάρτηση, δημοσίευση, αναρτώ, δημοσιεύω | ||
potentialδυναμικό (-ο,-η,-ο, της δύναμης) | ||
practiceπρακτική, πρακτική (εξάσκηση) | ||
pre-definedπρο-καθορισμένος | ||
predefinedπροκαθορισμένος | ||
predictionπρόβλεψη, πρόγνωση | ||
presetπρορύθμιση, σετ προρυθμίσεων, προεπιλογή, προκαθορισμένη τιμή | ||
preventπαρεμπόδιση, παρεμποδίζω, εμποδίζω, αποτροπή, αποφυγή | ||
privacy officerΥπεύθυνος Προστασίας Δεδομένων (DPO) | ||
privacy policyπολιτική απορρήτου, πολιτική Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων | ||
privacy policy statementδήλωση απορρήτου, δήλωση πολιτικής απορρήτου, δήλωση περί απορρήτου, δήλωση εχεμύθειας, δήλωση
προστασίας προσωπικών δεδομένων, δήλωση περί προστασίας της ιδιωτικής
ζωής | ||
private dataιδιωτικά δεδομένα | ||
process | ||
processorεπεξεργαστής | ||
profilingδημιουργία προφίλ | ||
programπρόγραμμα, προγραμματίζω | ||
promptπροτροπή, προτρεπτικό, παρακίνηση, προτρέπω, παρακινώ. | ||
properκατάλληλος | ||
propertyιδιότητα | ||
providerπάροχος, παροχέας | ||
provisionπροπαροχή, προπαρέχω, προετοιμασία, προμήθεια, προμήθευση, έκδοση, παροχή, provisioned=προπαρεχόμενος provisioning=προπαροχή | ||
proxyδιακομιστής μεσολάβησης | ||
Public Domain DedicationΕκχώρηση ως Κοινό Κτήμα, δημοσιοποίηση χωρίς περιορισμούς | ||
publishεκδίδω, δημοσιεύω | ||
Publish as LTI tool«Δημοσίευση ως εργαλείο LTI», Έκδοση ως εργαλείου LTI (Learning Tools Interoperability=Διαλειτουργικότητα μαθησιακών εργαλείων). | ||
purgeεκκαθαρίζω | ||
purgingεκκαθάριση | ||
purposeσκοπός, δικαιολογητικός λόγος | ||
pushωθώ | ||
push notificationπροωθητικό μήνυμα | ||
qualificationδιαδικασία για να κάνω κάποιον να τηρεί τις προϋποθέσεις, τυπικό προσόν, τυπικές προϋποθέσεις, ποιοτικές προϋποθέσεις | ||
qualifyκάνω κάποιον ικανό/ποιοτικό/να τηρεί τις προϋποθέσεις, τηρώ τις προϋποθέσεις | ||
queryερώτημα, αναζήτηση | ||
queryingαναζήτηση... | ||
question | ||
quota | ||
quotationπαράθεση, παράθεση/μνεία, παράθεση/μνημόνευση, παράθεση/αναφορά, παράθεση/παραπομπή | ||
quoteπαρένθεση | ||
radio buttonκουμπί επιλογής, κουμπί μοναδικής επιλογής, ραδιοκομβίo | ||
rateεκτιμώ ή αξιολογώ; ρυθμός | ||
ratingεκτίμηση ή αξιολόγηση; | ||
re-attemptξανα-προσπαθώ | ||
re-calculateεπαν-υπολογίζω, επανα-υπολογίζω, βλ. recalculate | ||
Read only fromΜόνο για ανάγνωση από | ||
Read only toΜόνο για ανάγνωση μέχρι | ||
recalculateεπανυπολογίζω, επαναϋπολογίζω, επανα-υπολογίζω, βλ. re-calculate | ||
recipientαποδέκτης | ||
recordεγγραφή, ιστορικό | ||
recordingεγγραφή ήχου/βίντεο, εγγραφή πολυμέσου, βίντεο/ηχογράφηση, εγγραφή | ||
recoverανάκτηση, ανακτώ | ||
referenceαναφορά, παραπομπή | ||
refreshανανεώνω | ||
registerκαταχωρώ, καταχωρητής | ||
registeredκαταχωρημένος | ||
registrationκαταχώρηση | ||
registryμητρώο | ||
rejectedμη δεκτή, απόρριψη, απορρίφθηκε, απαράδεκτη | ||
releaseδιανομή, υποέκδοση, έκδοση/διανομή (για λογισμικό) αποδέσμευση, απελευθέρωση (για IP) | ||
renderτρόπος απόδοσης, τρόπος εμφάνισης | ||
reportαναφορά, έκθεση | ||
repositoryαποθετήριο, χώρος αποθήκευσης | ||
requestαίτημα | ||
resendεπανάληψη αποστολής, επαναποστολή, επαναπροώθηση | ||
resetεπαναρύθμιση, επαναφορά, επαναφέρω, επαναρχικοποιώ, επαναρχικοποίηση, δημιουργία νέου, ορισμός νέου, ξαναρύθμιση. | ||
resolve | ||
resourceπόρος | ||
responseαπόκριση, απάντηση | ||
restoreεπαναφορά, αποκατάσταση | ||
restorerσυντηρητής | ||
retentionδιατήρηση, αποθήκευση | ||
revertαναίρεση, αναιρώ, επαναφορά, επαναφέρω, επιστροφή, επιστρέφω, επαναστρέφω, επαναστροφή | ||
reviewαξιολογώ, αξιολόγηση, εξετάζω, κρίνω, διορθώνω, εξέταση, κρίση, διόρθωση, ανασκόπηση, επισκόπηση | ||
review (in ~)εξέταση, υπο εξέταση, υπο αξιολόγηση, εξετάζεται, υπο κρίση, κρίνεται, επανεξέταση | ||
reviewerαξιολογητής, εξεταστής, κριτής, διορθωτής | ||
rightsδικαιώματα | ||
rotatingεκ περιτροπής, περιστρεφόμενος | ||
routeδιαδρομή | ||
RSS feedsτροφοδοσίες RSS, ροές (ειδήσεων) RSS, τροφοδοτήσεις RSS | ||
rubricρουμπρίκα, Κλίμακα Διαβαθμισμένων Κριτηρίων, στήλη, στοιχείο, τίτλος, επικεφαλίδα, υπο στοιχείο | ||
Safe Exam BrowserΠεριηγητής για Ασφαλείς Εξετάσεις, περιηγητής Safe Exam Browser (για ασφαλείς εξετάσεις), περιηγητής (Safe Exam Browser) για ασφαλείς εξετάσεις | ||
scalableκλιμακώσιμος, με ικανότητα κλιμάκωσης | ||
scanσαρώνω, ανιχνεύω, σκανάρω, εξετάζω με τη σειρά | ||
scheduleχρονοπρόγραμμα, χρονοδιάγραμμα, πρόγραμμα. | ||
scheduledχρονοπρογραμματισμένος, -η, -ο, προγραμματισμένος, -η, -ο, χρονοδρομολογημένος, -η, -ο. | ||
scopeεμβέλεια, πεδίο εφαρμογής, πεδίο δράσης, δικαιώματα σε πόρους, σετ δικαιωμάτων σε πόρους, δικαιοδοσία, σκοπός Παράμετρος για το σετ πόρων & δικαιωμάτων που μπορεί να χρησιμοποιήσει ένας χρήστης που αυθεντικοποιείται με OAuth 2.0. | ||
scoreσκορ, βαθμός, βαθμολογία σκοράρω, παίρνω βαθμό, πετυχαίνω βαθμολογία | ||
screenshotστιγμιότυπο οθόνης | ||
scriptσενάριο, δέσμη ενεργειών | ||
sectionενότητα, χώρος, περιοχή, τμήμα | ||
seeδείτε, δες, βλ., βλέπε | ||
seedσπόρος (πλήρες αντίγραφο προς λήψη), σπόρος, πλήρες αντίγραφο | ||
selectedεπιλεγμένος | ||
self enrolmentαυτο-εγγραφή | ||
separate learningμεμονωμένη μάθηση separate way of learning: μεμονωμένος τρόπος μάθησης | ||
serializerσειριοποιητής | ||
serverεξυπηρετητής, διακομιστής, διαμετακομιστής, σερβιτόρος/υπηρέτης | ||
serviceυπηρεσία | ||
sessionσυνεδρία, σύνοδος, περίοδος λειτουργίας | ||
settingρύθμιση, παράμετρος | ||
share(κάνω) κοινόχρηστο, διαμοιράζω | ||
ShareAlikeΠαρόμοια Διανομή (~ Licence: Άδεια Παρόμοια Διανομή) | ||
sharedκοινόχρηστος, διαμοιραζόμενος | ||
shared keyκοινόχρηστο κλειδί | ||
shared secretκοινόχρηστο μυστικό | ||
ShibbolethShibboleth (μέθοδος αυθεντικοποίησης SSO) | ||
showεμφάνιση, προβολή | ||
single viewατομική προβολή, απλή προβολή, προβολή ενός | ||
siteιστότοπος, ιστοτόπου, τόπος, δικτυακός τόπος, δικτυακή τοποθεσία | ||
Site homeΑρχική ιστοτόπου, «Αρχική ιστοτόπου» | ||
site's front pageΑρχική σελίδα του ιστοτόπου | ||
skill | ||
skinόψη, εμφανισιακό στυλ, στυλ εμφάνισης, εξωτερική εμφάνιση, δέρμα, επιδερμίδα, παρουσιαστικό, εμφάνιση, οπτική εμφάνιση. | ||
slash argumentsπαράμετροι γραμμής εντολών, ορίσματα γραμμής εντολών | ||
slotυποδοχή, (μεμονωμένο) κενό, πεδίο απάντησης | ||
smileyχαμογελαστό προσωπάκι | ||
social (breadth)εύρος κοινωνικοποίησης | ||
socketυποδοχή, πρίζα, υποδοχέας | ||
software componentsσυστατικά λογισμικού, συνιστώσες λογισμικού, στοιχεία λογισμικού | ||
software modulesαρθρώματα λογισμικού | ||
solverεπιδιορθωτής, διορθωτής, λύτης, επιλύτης | ||
sourceπηγή | ||
spacingδιαπόσταση, απόσταση, εξ.περιθώριο, margin, διάκενο, διάστημα | ||
specifiedκαθορισμένος | ||
specifyκαθορίζω | ||
spreadsheetλογιστικό φύλλο | ||
SSO (Single sign-on)ενιαία σύνδεση (SSO) | ||
stageπρος υποβολή | ||
standardτυπικός, πρότυπο (που ακολουθείται) | ||
standard componentsβασικά πρόσθετα | ||
standard textαρχικό κείμενο | ||
standardizedτυποποιημένος, που έγινε (σύμφωνος με) πρότυπο (ενώ δεν ήταν) | ||
starεπισημαίνω με αστερίσκο, επισημαίνω με αστέρι, δίνω αστέρι | ||
starredμε αστερίσκο, με αστέρι | ||
streamσυνεχής ροή πολυμέσου, συνεχής ροή, ροή πολυμέσου | ||
stringσυμβολοσειρά, μήνυμα | ||
structure | ||
subjectθέμα, επιστημονικός ή μαθησιακός τομέας, υπόθεση | ||
submissionυποβολή, υποβολή εργασίας, εργασία, εργασία που υπέβαλε ένας μαθητής | ||
submitυποβάλλω, υποβολή (αντί υπόβαλε) | ||
subscribeεγγραφή συμμετοχής, δηλώνω συμμετοχή, δηλώνω εγγραφή, εγγράφομαι, γίνομαι συνδρομητής, κάνω συνδρομή | ||
subscriptionεγγραφή, συνδρομή | ||
summaryπερίληψη | ||
supervised learningεπιβλεπόμενη μάθηση, εποπτευόμενη μάθηση, επιτηρούμενη μάθηση | ||
supervision | ||
supervisorεπόπτης, επιτηρητής, επιστάτης, επιβλέπων | ||
tagετικέτα, ταμπελάκι | ||
tag cloudσύννεφο ετικετών | ||
take precedenceυπερισχύω | ||
taskεργασία, διεργασία | ||
teacherεκπαιδευτικός, διδάσκων (για εκπαιδευτικό που διδάσκει μόνο χωρίς δικαίωμα αλλαγών ίσως), εκπαιδευτής, καθηγητής (Καλύτερα να αποφεύγεται το «διδάσκοντας» εδώ.) | ||
templateσχεδιότυπο, πρότυπο, πρότυπο φόρμας, πρότυπο υπόδειγμα | ||
template (DB)φόρμα (ΒΔ) | ||
tertialτετράμηνο, το 1/3 του έτους. | ||
testδοκιμασία, δοκιμή | ||
textarea fieldπεδίο περιοχής κειμένου | ||
themeαισθητικό θέμα, εικαστικό θέμα, θέμα, κεντρική ιδέα (δημιουργίας), μοτίβο (Ένα σύνολο αισθητικών κυρίως επιλογών ενός λογισμικού) | ||
thresholdόριο, κατώφλι, κατώτατο όριο | ||
tickτικάρω, τικάρισμα, τσεκάρω (check;), τσεκάρισμα, επιλέγω (πλαίσιο επιλογής), (βάζω) σημαδάκι (αποδοχής). | ||
tick boxκουτάκι επιλογής, πλαίσιο επιλογής (πλαίσιο ελέγχου=check box) | ||
ticketδελτίο, εισητήριο | ||
time limitχρονικό όριο, όριο χρόνου, προθεσμία | ||
Time ZonesΖώνες ώρας | ||
time-splittingδιαίρεση χρόνου | ||
timelineχρονολόγιο, χρονογραμμή, ιστορικό, ιστορικό αλλαγών, χρονοδιάγραμμα | ||
timeoutχρονικό όριο, λήξη χρονικού ορίου, λήξη χρόνου, εκτός χρόνου | ||
timestampχρονοσήμανση, χρονοσημαίνω, χρονική σήμανση, χρονοσφραγίδα, χρονοσφραγίζω. | ||
TLSTLS, Transport Layer Security, Πρωτόκολλο κρυπτογράφησης/ασφαλείας TLS επιπέδου δικτύου (TCP/IP) (εξέλιξη του SSL) | ||
toggleεναλλαγή, διακόπτης, διακόπτης εναλλαγής | ||
tokenκουπόνι | ||
tokenizerδιαχωριστής λεκτικών μονάδων, σχηματιστής λεξημάτων, τεμαχιστής | ||
toolbarγραμμή εργαλείων | ||
toolboxεργαλειοθήκη | ||
tooltip titleαναδυόμενος τίτλος εργαλείου | ||
tourξενάγηση, περιήγηση | ||
trackπαρακολουθώ ίχνη, ακολουθώ τα ίχνη, ίχνος, διαδρομή κομμάτι (μουσικό/βίντεο) ~ down: ανιχνεύω, εντοπίζω (ίχνη) | ||
translationμετάφραση | ||
transmitμεταδίδω | ||
triggerπροκαλώ, πρόκληση, έναυσμα, σκανδάλη, δίνω έναυσμα, σκανδαλίζω, πατάω τη σκανδάλη, πυροδοτώ, πυροδότηση, | ||
trimπερικοπή, περικόπτω | ||
trustκαταπίστευμα, εμπιστοσύνη, εμπιστεύομαι | ||
tutor(προσωπικός) εκπαιδευτικός, ιδιαίτερος εκπαιδευτικός, ιδιαίτερος καθηγητής, προσωπικός καθηγητής, (επιβλέπων) εκπαιδευτής, επιβλέπων εκπαιδευτής, προσωπικός εκπαιδευτής, ιδιαίτερος εκπαιδευτής, βοηθός εκμάθησης, ιδιαίτερος δάσκαλος, φροντιστής, προγυμναστής, κάποιος που διδάσκει έναν μόνο ή μια μικρή ομάδα μαθητών, οικοδιδάσκαλος, επιβλέπων καθηγητής, επίτροπος, προστάτης, κηδεμόνας, εκπαιδευτής | ||
tutorialοδηγός εκμάθησης, βίντεο εκμάθησης, πρόγραμμα εκμάθησης, πρόγραμμα εκμάθησης (βήμα-βήμα), βοήθημα εκμάθησης, καθοδηγούμενη αυτοδιδασκαλία, βοήθημα αυτοδιδασκαλίας, βοηθός αυτοδιδασκαλίας, εκπαιδευτικός οδηγός, σύντομος εκπαιδευτικός οδηγός, σύντομη αυτοδιδασκαλία, πρακτικός οδηγός επίδειξης λειτουργίας, λεπτομερής οδηγός, οδηγός για αρχάριους, υλικό εκμάθησης, μάθημα, παράδοση, παράδοση
μαθήματος, συνοπτικός οδηγός, διδακτικός,
παιδαγωγικός, επιτροπικός, κηδεμονικός, εκπαιδευτικός, φροντιστηριακός | ||
unacceptableαπαράδεκτος, μη αποδεκτός | ||
unassign roleαφαίρεση ρόλου | ||
unexpectedμη αναμενόμενος, απροσδόκητος, αναπάντεχος | ||
unitμονάδα, ενότητα | ||
unordered listμη αριθμημένη λίστα | ||
unregisterκατάργηση καταχώρησης | ||
unshareκατάργηση κοινής χρήσης, διακοπή κοινής χρήσης | ||
upcomingεπικείμενα, επερχόμενα | ||
uploadανέβασμα, ανεβάζω, μεταφόρτωση, (ανω)φόρτωση | ||
URIURI (Ενιαίο αναγνωριστικό πόρου), URI (Uniform Resource Identifier) | ||
URLδιεύθυνση ιστού, διεύθυνση URL, διεύθυνση ιστού (URL), Unifrom Resource Locator (: Ενιαίος
Προσδιοριστής Πόρου) | ||
usernameόνομα χρήστη, όνομα λογαριασμού, χρηστώνυμο, παρωνύμιο. | ||
validέγκυρος, ισχύων | ||
validateεπικυρώνω | ||
validationέλεγχος εγκυρότητας | ||
verbose scaleπεριγραφική κλίμακα | ||
verifyεπαληθεύω, επιβεβαιώνω (=confirm) | ||
versionέκδοση | ||
viewπροβολή, εμφάνιση | ||
viewedαναγνωσμένος, εμφανισμένος, προβεβλημένος, προβλήθηκε, που έχει εμφανιστεί | ||
virusιός | ||
vocabularyλεξιλόγιο | ||
warnπροειδοποιώ, ειδοποιώ | ||
webinarιστοσεμινάριο, διαδικτυακό σεμινάριο | ||
webmasterδιαχειριστής ιστοτόπου. Με λίγο χιούμορ κάποτε ελπίζω να γίνουν: ιστάρχοντας, ιστοτοπάρχης. | ||
webpageιστοσελίδα | ||
websiteιστότοπος | ||
webspaceιστοχώρος | ||
widgetγραφικό στοιχείο, μικρό κομμάτι κώδικα, γραφικό συστατικό (λογισμικού), μικρομηχανισμός, εφαρμογίδιο, μικροεφαρμογή | ||
wildcardμπαλαντέρ | ||
word processorεπεξεργαστής κειμένου, επεξεργαστής λέξεων | ||
worksheetφύλλο εργασίας | ||
άδειαlicense | ||
αθροιστικός | ||
αισθάνομαιfeel | ||
αίσθημα | ||
ακατάλληλος | ||
αναγνωριστικόID | ||
αναδυόμενοpop-up | ||
ανακοίνωση | ||
αναπτυσσόμενοdrop-down | ||
ανάρμοστος | ||
ανατροφοδότηση | ||
αναφοράreference | ||
ανεπίτρεπτος | ||
ανολοκλήρωτηincomplete | ||
αντίγραφο ασφαλείαςbackup copy | ||
αντικανονικός | ||
απάντηση | ||
απαράδεκτος | ||
απαρχαιωμένο | ||
αποδοτικότητα | ||
απόκρισηresponse | ||
απόπειραattempt | ||
αποτελεσματικότητα | ||
αποτιμώ | ||
αρχειοθήκη | ||
βαθμολογητής | ||
βαθμολόγιο | ||
βαθμός | ||
γεγονός | ||
γκριζαρισμένη | ||
γλωσσάριοglossary | ||
γνώσηknowledge | ||
δεκτή | ||
δεξιότηταskill | ||
δέσμη | ||
διαδικασίαprocess, procedure | ||
διαδρομή | ||
διαθέσιμοavailable | ||
διακριτικό | ||
διαμόρφωση | ||
διανομέαςhub, distributor (γαλλ. distributeur) | ||
διαπιστευτήρια | ||
διαπόστασηspacing | ||
διασύνδεση | ||
διάταξη | ||
διεπαφήinterface | ||
διεργασίαprocess, task | ||
δικαίωμαpermission | ||
διορθωτής | ||
δομή | ||
δράσηaction | ||
δραστηριοποίηση | ||
δραστηριότητα | ||
εγγραφήsubscription, recording, registration, record | ||
εγγραφή ήχου/βίντεοrecording | ||
εγγραφή πολυμέσουrecording | ||
ειδοποίησηnotification | ||
ειδοποιώnotify | ||
εικονοστοιχείo | ||
εκπαιδευόμενος | ||
εκπαίδευσηeducation (παιδεία), teaching (διδασκαλία), training (κατάρτιση, προπόνηση), instruction (καθοδήγηση, οδηγίες) | ||
εκπρόθεσμο | ||
εκτιμώrate | ||
εκχωρώallocate | ||
εμμένων | ||
εμφάνισηshow, view | ||
εναρμόνιση | ||
έναυσμα | ||
ένδειξη | ||
ενέργειαaction, energy | ||
ενεργοποιώ | ||
ενεργός | ||
ενότηταsection | ||
εξ.περιθώριοmargin | ||
επεξεργαστήςprocessor, editor | ||
επιγραμμικόςonline | ||
επιδιορθωτής | ||
επικόλληση | ||
επιλεγμένος | ||
επιλογέας | ||
επίλυση | ||
επιπρόσθετος | ||
επισημαίνωmark | ||
επισήμανσηmark | ||
επισημειώνω | ||
επισκόπησηoverview | ||
εποπτεία | ||
επόπτης | ||
εργασίαtask, job | ||
ερώτημα | ||
ερώτηση | ||
εσ.περιθώριοpadding | ||
ετεροαναφορά | ||
ετικέταtag | ||
ευθυγράμμισηalignment | ||
εφεδρικό αντίγραφobackup copy | ||
ζήτημα | ||
ημερολόγιο | ||
θέση | ||
ιδιοχαρακτηριστικό | ||
ιδιωτικάprivate | ||
ικανότηταability | ||
ιστολόγιοblog | ||
ιστοσεμινάριο | ||
καθοδήγηση | ||
καθολικό | ||
κατατεμαχισμόςhash | ||
καταχωρίζωallocate | ||
καταχωρώregister | ||
κεντρικός Η/Υhost | ||
κεντρικός κόμβοςhub | ||
κλάση | ||
κονκάρδαbadge | ||
κουμπίbutton | ||
κουτάκι επιλογής | ||
κωδικόςcode | ||
λεζάντα | ||
λεξικόdictionary | ||
λεξιλόγιοvocabulary | ||
μάθημαcourse | ||
μη αναμενόμενος | ||
μη κανονικός | ||
μικρορύθμισηfine tuning | ||
μονάδαunit | ||
μόνιμος | ||
μονοπάτιpath | ||
μορφήform | ||
μορφοποίησηformatting, format | ||
μορφοτύπησηformatting | ||
μορφότυποςformat | ||
μοτίβο | ||
μπλοκblock | ||
ξεπερασμένοoutdated, deprecated, obsolete | ||
ομάδαgroup | ||
ομαδοποίησηgrouping | ||
παράθεση | ||
παράμετρος | ||
παραπομπή | ||
παρασκήνιοbackground, backstage | ||
παρωχημένοdeprecated | ||
παύλαdash [Πηγές: https://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=51340.0 & http://www.moto-teleterm.gr/search_gr.asp] dash -> παύλα dash {in Morse code} -> παύλα {στον κώδικα Μορς} em dash -> παύλα του εμ en dash -> παύλα του εν stroke -> διάπαυλα underscore -> υπόπαυλα, κάτω παύλα underscore character -> χαρακτήρας υπόπαυλας macron -> επίπαυλα, μακρόν upper bar -> υπέρπαυλα lower bar -> υπόπαυλα central horizontal bar jointive -> κεντρική ενωτική παύλα | ||
περίγραμμα | ||
περιηγητήςbrowser | ||
περίληψη | ||
πλαίσιοframe, framework, context | ||
πλαίσιο ελέγχουcheck box | ||
πληθοπορισμός | ||
πληθοχρηματοδότηση | ||
ποσόστωσηquota | ||
πράκτορας | ||
προβεβλημένος | ||
προβολήview, show | ||
πρόγραμμαprogram | ||
προεπιλογή | ||
προπαροχήprovisioning | ||
προσαρμοσμένοcustom, customised | ||
προσόν | ||
προσπάθειαattempt | ||
προσωπικάpersonal | ||
προτεινόμενοςsuggested, proposed, recomended | ||
προτροπή | ||
προχωρημένος | ||
πτυσσόμενοdrop-down | ||
ρυθμίσειςsettings, configuration | ||
ρύθμισηsetting, adjustment | ||
ρύθμιση/προσαρμογήadjust | ||
σαρώνω | ||
σελιδοδείκτης | ||
σενάριοscript | ||
σημαιοδότηση | ||
σημαιοδοτώflag | ||
σημειώσειςnotes | ||
σκιασμένο | ||
σκοπός | ||
στοίχισηalignment | ||
συγκατάθεσηconsent, agreed | ||
συζήτηση | ||
σύλληψη | ||
σύμπτυξη | ||
συναθροίζω | ||
συναίσθημα | ||
συνδρομήsubscription, support | ||
συνημμένα | ||
συνιστώμενοςrecommended | ||
συνομιλία | ||
σύνοψηdigest, synopsis | ||
συντάκτηςeditor | ||
συντονιστής | ||
συσσωρευμένος | ||
συστάδα | ||
συσχετίζω | ||
σχεδιασμένος | ||
σχεδιότυποtemplate | ||
σχηματομορφήpattern | ||
ταμπέλαlabel | ||
τικάρωtick | ||
τμήμαsection | ||
τοποθεσίαlocation | ||
υπεύθυνος επεξεργασίας (δεδομένων) | ||
υπό κατάργησηgreylisted | ||
υπόβαθροbackground | ||
υπόδειξη | ||
φατσούλαemoticon | ||
φίλτρο | ||
φόρουμforum | ||
φυσίγγιο | ||
χαρακτηριστικόfeature | ||
χαρτοφυλάκιοportfolio | ||
χρονικό όριο | ||
χρονοδιάγραμμαtime schedule | ||
χρονολόγιο | ||
χρονοπρόγραμμαschedule | ||
χρονοπρογραμματισμένος | ||