;· semicolon --> άνω τελεία & |
(data) controllerυπεύθυνος επεξεργασίας (δεδομένων) |
(data) processorεκτελών την επεξεργασία (δεδομένων) |
άδειαlicense |
αθροιστικόςaccumulative |
αισθάνομαιfeel |
αίσθημαfeeling |
ακατάλληλοςimproper |
αναγνωριστικόID |
αναδυόμενοpop-up |
ανακοίνωσηannouncement |
αναπτυσσόμενοdrop-down |
ανάρμοστοςinappropriate |
ανατροφοδότησηfeedback |
αναφοράreference |
ανεπίτρεπτοςillegal |
ανολοκλήρωτηincomplete |
αντίγραφο ασφαλείαςbackup copy |
αντικανονικόςirregular |
απάντησηanswer, reply, response |
απαράδεκτοςunacceptable |
απαρχαιωμένοobsolete, deprecated, outdated |
αποδοτικότηταefficiency |
απόκρισηresponse |
απόπειραattempt |
αποτελεσματικότηταeffectiveness |
αποτιμώevaluate |
αρχειοθήκηarchive |
βαθμολογητήςgrader |
βαθμολόγιοgradebook |
βαθμόςgrade, mark, score |
γεγονόςevent |
γκριζαρισμένηgreylisted |
γλωσσάριοglossary |
γνώσηknowledge |
δεκτήaccepted |
δεξιότηταskill |
δέσμηbatch |
διαδικασίαprocess, procedure |
διαδρομήroute |
διαθέσιμοavailable |
διακριτικόbadge |
διαμόρφωσηconfiguration |
διανομέαςhub, distributor (γαλλ. distributeur) |
διαπιστευτήριαcredentials |
διαπόστασηspacing |
διασύνδεσηinterconnection |
διάταξηlayout |
διεπαφήinterface |
διεργασίαprocess, task |
δικαίωμαpermission |
διορθωτήςmarker |
δομήstructure |
δράσηaction |
δραστηριοποίησηactivate |
δραστηριότηταactivity |
εγγραφήsubscription, recording, registration, record |
εγγραφή ήχου/βίντεοrecording |
εγγραφή πολυμέσουrecording |
ειδοποίησηnotification |
ειδοποιώnotify |
εικονοστοιχείopixel |
εκπαιδευόμενοςlearner |
εκπαίδευσηeducation (παιδεία), teaching (διδασκαλία), training (κατάρτιση, προπόνηση), instruction (καθοδήγηση, οδηγίες) |
εκπρόθεσμοoverdue |
εκτιμώrate |
εκχωρώallocate |
εμμένωνpersistent |
εμφάνισηshow, view |
εναρμόνισηalignment |
έναυσμαtrigger |
ένδειξηIndicator |
ενέργειαaction, energy |
ενεργοποιώenable |
ενεργόςactive |
ενότηταsection |
εξ.περιθώριοmargin |
επεξεργαστήςprocessor, editor |
επιγραμμικόςonline |
επιδιορθωτήςsolver |
επικόλλησηpaste |
επιλεγμένοςselected |
επιλογέαςchooser |
επίλυσηresolve |
επιπρόσθετοςadditional |
επισημαίνωmark |
επισήμανσηmark |
επισημειώνωannotate |
επισκόπησηoverview |
εποπτείαsupervision |
επόπτηςsupervisor |
εργασίαtask, job |
ερώτημαquery |
ερώτησηquestion |
εσ.περιθώριοpadding |
ετεροαναφοράcross-reference |
ετικέταtag |
ευθυγράμμισηalignment |
εφεδρικό αντίγραφobackup copy |
ζήτημαissue |
ημερολόγιοcalendar |
θέσηposition |
ιδιοχαρακτηριστικόattribute |
ιδιωτικάprivate |
ικανότηταability |
ιστολόγιοblog |
ιστοσεμινάριοwebinar |
καθοδήγησηmentoring |
καθολικόglobal |
κατατεμαχισμόςhash |
καταχωρίζωallocate |
καταχωρώregister |
κεντρικός Η/Υhost |
κεντρικός κόμβοςhub |
κλάσηclass |
κονκάρδαbadge |
κουμπίbutton |
κουτάκι επιλογήςtick box |
κωδικόςcode |
λεζάνταcaption, legend |
λεξικόdictionary |
λεξιλόγιοvocabulary |
μάθημαcourse |
μη αναμενόμενοςunexpected |
μη κανονικόςabnormal |
μικρορύθμισηfine tuning |
μονάδαunit |
μόνιμοςpermanent |
μονοπάτιpath |
μορφήform |
μορφοποίησηformatting, format |
μορφοτύπησηformatting |
μορφότυποςformat |
μοτίβοpattern |
μπλοκblock |
ξεπερασμένοoutdated, deprecated, obsolete |
ομάδαgroup |
ομαδοποίησηgrouping |
παράθεσηquotation |
παράμετροςparameter |
παραπομπήcitation |
παρασκήνιοbackground, backstage |
παρωχημένοdeprecated |
παύλαdash [Πηγές: https://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=51340.0 & http://www.moto-teleterm.gr/search_gr.asp] dash -> παύλα dash {in Morse code} -> παύλα {στον κώδικα Μορς} em dash -> παύλα του εμ en dash -> παύλα του εν stroke -> διάπαυλα underscore -> υπόπαυλα, κάτω παύλα underscore character -> χαρακτήρας υπόπαυλας macron -> επίπαυλα, μακρόν upper bar -> υπέρπαυλα lower bar -> υπόπαυλα central horizontal bar jointive -> κεντρική ενωτική παύλα |
περίγραμμαborder |
περιηγητήςbrowser |
περίληψηsummary |
πλαίσιοframe, framework, context |
πλαίσιο ελέγχουcheck box |
πληθοπορισμόςcrowdsourcing |
πληθοχρηματοδότησηcrowdfunding |
ποσόστωσηquota |
πράκτοραςagent |
προβεβλημένοςfeatured |
προβολήview, show |
πρόγραμμαprogram |
προεπιλογήdefault |
προπαροχήprovisioning |
προσαρμοσμένοcustom, customised |
προσόνcompetency |
προσπάθειαattempt |
προσωπικάpersonal |
προτεινόμενοςsuggested, proposed, recomended |
προτροπήprompt |
προχωρημένοςadvanced |
πτυσσόμενοdrop-down |
ρυθμίσειςsettings, configuration |
ρύθμισηsetting, adjustment |
ρύθμιση/προσαρμογήadjust |
σαρώνωscan |
σελιδοδείκτηςbookmark |
σενάριοscript |
σημαιοδότησηflag |
σημαιοδοτώflag |
σημειώσειςnotes |
σκιασμένοgreyed-out |
σκοπόςpurpose |
στοίχισηalignment |
συγκατάθεσηconsent, agreed |
συζήτησηdiscussion, conversation |
σύλληψηcapture |
σύμπτυξηcollapse |
συναθροίζωaggregate |
συναίσθημαemotion |
συνδρομήsubscription, support |
συνημμέναattachments |
συνιστώμενοςrecommended |
συνομιλίαchat |
σύνοψηdigest, synopsis |
συντάκτηςeditor |
συντονιστήςmoderator |
συσσωρευμένοςaccumulated |
συστάδαcluster |
συσχετίζωassociate |
σχεδιασμένοςplanned |
σχεδιότυποtemplate |
σχηματομορφήpattern |
ταμπέλαlabel |
τικάρωtick |
τμήμαsection |
τοποθεσίαlocation |
υπεύθυνος επεξεργασίας (δεδομένων)(data) controller |
υπό κατάργησηgreylisted |
υπόβαθροbackground |
υπόδειξηhint |
φατσούλαemoticon |
φίλτροfilter |
φόρουμforum |
φυσίγγιοcartridge |
χαρακτηριστικόfeature |
χαρτοφυλάκιοportfolio |
χρονικό όριοtimeout |
χρονοδιάγραμμαtime schedule |
χρονολόγιοtimeline |
χρονοπρόγραμμαschedule |
χρονοπρογραμματισμένοςscheduled |