Friday, 19 April 2024, 7:18 AM
Site: Moodle - Open-source learning platform | Moodle.org
Course: Moodle in Greece (Greece)
Glossary: Γλωσσάριο Αγγλικών & Ελληνικών Όρων του Moodle

;

·

semicolon --> άνω τελεία


&


(data) controller

υπεύθυνος επεξεργασίας (δεδομένων)

(data) processor

εκτελών την επεξεργασία (δεδομένων)

άδεια

license

αθροιστικός

accumulative

αισθάνομαι

feel

αίσθημα

feeling

ακατάλληλος

improper

αναγνωριστικό

ID

αναδυόμενο

pop-up

ανακοίνωση

announcement

αναπτυσσόμενο

drop-down

ανάρμοστος

inappropriate

ανατροφοδότηση

feedback

αναφορά

reference

ανεπίτρεπτος

illegal

ανολοκλήρωτη

incomplete

αντίγραφο ασφαλείας

backup copy

αντικανονικός

irregular

απάντηση

answer, reply, response

απαράδεκτος

unacceptable

απαρχαιωμένο

obsolete, deprecated, outdated

αποδοτικότητα

efficiency

απόκριση

response

απόπειρα

attempt

αποτελεσματικότητα

effectiveness

αποτιμώ

evaluate

αρχειοθήκη

archive

βαθμολογητής

grader

βαθμολόγιο

gradebook

βαθμός

grade, mark, score

γεγονός

event

γκριζαρισμένη

greylisted

γλωσσάριο

glossary

γνώση

knowledge

δεκτή

accepted

δεξιότητα

skill

δέσμη

batch

διαδικασία

process, procedure

διαδρομή

route

διαθέσιμο

available

διακριτικό

badge

διαμόρφωση

configuration

διανομέας

hub, distributor (γαλλ. distributeur)

διαπιστευτήρια

credentials

διαπόσταση

spacing

διασύνδεση

interconnection

διάταξη

layout

διεπαφή

interface

διεργασία

process, task

δικαίωμα

permission

διορθωτής

marker

δομή

structure


δράση

action

δραστηριοποίηση

activate

δραστηριότητα

activity

εγγραφή

subscription, recording, registration, record

εγγραφή ήχου/βίντεο

recording

εγγραφή πολυμέσου

recording

ειδοποίηση

notification

ειδοποιώ

notify

εικονοστοιχείo

pixel

εκπαιδευόμενος

learner

εκπαίδευση

education (παιδεία), teaching (διδασκαλία), training (κατάρτιση, προπόνηση), instruction (καθοδήγηση, οδηγίες)

εκπρόθεσμο

overdue

εκτιμώ

rate

εκχωρώ

allocate

εμμένων

persistent

εμφάνιση

show, view

εναρμόνιση

alignment

έναυσμα

trigger

ένδειξη

Indicator

ενέργεια

action, energy

ενεργοποιώ

enable

ενεργός

active

ενότητα

section

εξ.περιθώριο

margin


επεξεργαστής

processor, editor

επιγραμμικός

online

επιδιορθωτής

solver

επικόλληση

paste

επιλεγμένος

selected

επιλογέας

chooser

επίλυση

resolve

επιπρόσθετος

additional

επισημαίνω

mark

επισήμανση

mark

επισημειώνω

annotate

επισκόπηση

overview

εποπτεία

supervision

επόπτης

supervisor

εργασία

task, job

ερώτημα

query

ερώτηση

question

εσ.περιθώριο

padding

ετεροαναφορά

cross-reference

ετικέτα

tag

ευθυγράμμιση

alignment

εφεδρικό αντίγραφo

backup copy

ζήτημα

issue

ημερολόγιο

calendar

θέση

position

ιδιοχαρακτηριστικό

attribute

ιδιωτικά

private

ικανότητα

ability

ιστολόγιο

blog

ιστοσεμινάριο

webinar


καθοδήγηση

mentoring

καθολικό

global

κατατεμαχισμός

hash

καταχωρίζω

allocate

καταχωρώ

register

κεντρικός Η/Υ

host

κεντρικός κόμβος

hub

κλάση

class

κονκάρδα

badge

κουμπί

button

κουτάκι επιλογής

tick box

κωδικός

code

λεζάντα

caption, legend

λεξικό

dictionary

λεξιλόγιο

vocabulary

μάθημα

course

μη αναμενόμενος

unexpected

μη κανονικός

abnormal

μικρορύθμιση

fine tuning

μονάδα

unit

μόνιμος

permanent

μονοπάτι

path

μορφή

form

μορφοποίηση

formatting, format

μορφοτύπηση

formatting

μορφότυπος

format

μοτίβο

pattern

μπλοκ

block

ξεπερασμένο

outdated, deprecated, obsolete

ομάδα

group

ομαδοποίηση

grouping

παράθεση

quotation

παράμετρος

parameter

παραπομπή

citation

παρασκήνιο

background, backstage

παρωχημένο

deprecated

παύλα

dash

[Πηγές: https://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=51340.0 & http://www.moto-teleterm.gr/search_gr.asp]

dash  ->  παύλα

dash {in Morse code}  ->  παύλα {στον κώδικα Μορς}

em dash  ->  παύλα του εμ

en dash  ->  παύλα του εν

stroke  ->  διάπαυλα

underscore  ->  υπόπαυλα, κάτω παύλα

underscore character  ->  χαρακτήρας υπόπαυλας

macron  ->  επίπαυλα, μακρόν

upper bar  ->  υπέρπαυλα

lower bar  ->  υπόπαυλα

central horizontal bar jointive    ->  κεντρική ενωτική παύλα

περίγραμμα

border

περιηγητής

browser

περίληψη

summary

πλαίσιο

frame, framework, context

πλαίσιο ελέγχου

check box

πληθοπορισμός

crowdsourcing

πληθοχρηματοδότηση

crowdfunding

ποσόστωση

quota

πράκτορας

agent

προβεβλημένος

featured

προβολή

view, show

πρόγραμμα

program

προεπιλογή

default

προπαροχή

provisioning

προσαρμοσμένο

custom, customised

προσόν

competency

προσπάθεια

attempt

προσωπικά

personal

προτεινόμενος

suggested, proposed, recomended

προτροπή

prompt

προχωρημένος

advanced

πτυσσόμενο

drop-down

ρυθμίσεις

settings, configuration

ρύθμιση

setting, adjustment

ρύθμιση/προσαρμογή

adjust

σαρώνω

scan

σελιδοδείκτης

bookmark

σενάριο

script

σημαιοδότηση

flag

σημαιοδοτώ

flag

σημειώσεις

notes

σκιασμένο

greyed-out

σκοπός

purpose

στοίχιση

alignment

συγκατάθεση

consent, agreed

συζήτηση

discussion, conversation

σύλληψη

capture

σύμπτυξη

collapse

συναθροίζω

aggregate

συναίσθημα

emotion

συνδρομή

subscription, support

συνημμένα

attachments

συνιστώμενος

recommended

συνομιλία

chat

σύνοψη

digest, synopsis

συντάκτης

editor

συντονιστής

moderator

συσσωρευμένος

accumulated

συστάδα

cluster

συσχετίζω

associate

σχεδιασμένος

planned

σχεδιότυπο

template

σχηματομορφή

pattern

ταμπέλα

label

τικάρω

tick

τμήμα

section

τοποθεσία

location


υπεύθυνος επεξεργασίας (δεδομένων)

(data) controller

υπό κατάργηση

greylisted

υπόβαθρο

background

υπόδειξη

hint

φατσούλα

emoticon

φίλτρο

filter

φόρουμ

forum

φυσίγγιο

cartridge

χαρακτηριστικό

feature

χαρτοφυλάκιο

portfolio

χρονικό όριο

timeout

χρονοδιάγραμμα

time schedule

χρονολόγιο

timeline

χρονοπρόγραμμα

schedule

χρονοπρογραμματισμένος

scheduled