Friday, 29 March 2024, 3:33 PM
Site: Moodle - Open-source learning platform | Moodle.org
Course: Moodle in Greece (Greece)
Glossary: Γλωσσάριο Αγγλικών & Ελληνικών Όρων του Moodle

padding

εσ.περιθώριο, εσωτερικό περιθώριο, μαξιλαράκι, συμπλήρωμα, γέμισμα, εσωτερική επένδυση, υπόθεμα

π.χ. cell padding: εσωτερικό περιθώριο κελιού (μεταξύ περιγράμματος και περιεχομένου/δεδομένων)

paradigm

ολοκληρωμένο παράδειγμα, παράδειγμα, πρότυπο παράδειγμα, αρχέτυπο παράδειγμα, συνολικό παράδειγμα, συστηματικό παράδειγμα, υπόδειγμα, πρότυπο, μοντέλο, κοσμοθεωρία, κοσμοείδωλο, κοσμοθέαση, κοσμοαντίληψη, εννοιολογικό πλαίσιο

parameter

(η) παράμετρος

parse

ανάλυση, συντακτική ανάλυση, ανάλυση/σάρωση, προσεκτική ανάλυση

passed

πάνω από τη βάση, επιτυχών

paste

επικόλληση

path

μονοπάτι, διαδρομή

pattern

μοτίβο, σχηματομορφή, πρότυπο, υπόδειγμα, πατρόν, μορφή

PDO

Αντικείμενα δεδομένων της PHP (PDO: PHP's Data Objects)

permanent

μόνιμος

permission

persist

παραμένω

persistent

εμμένων, εμμένουσα, εμμένον, επιμένων, επίμονος, μόνιμος, διαρκής, που παραμένει

personal data

δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, προσωπικά δεδομένα

php script

σενάριο php, δέσμη ενεργειών php

pinned

καρφιτσωμένο

pipe

κάθετη γραμμή, κάθετη μπάρα, κατακόρυφη μπάρα, κατακόρυφη γραμμή, κατακόρυφη 

pixel

εικονοστοιχείo, PIcture ELement (: στοιχείο εικόνας), ελάχιστη περιοχή οθόνης στην οποία εμφανίζεται ένα μόνο χρώμα κάθε φορά

placeholder

δεσμευτικό θέσης, σύμβολo υποκατάστασης, προσδιοριστικό κράτησης θέσης, σημάδι επισήμανσης θέσης, μεταβλητή, όνομα μεταβλητής

plan

πλάνο

planned

σχεδιασμένος, προγραμματισμένος

player

πρόγραμμα αναπαραγωγής, λογισμικό αναπαραγωγής (μουσικής/βίντεο/σεναρίου)


plug-in

add-on

pluggable

συνδέσιμος, βυσματούμενος, βυσματώσιμος

plugin

plug-in

point value

τιμή βαθμών (πχ. 2 points, -1 point)

pop

προς υποβολή

pop-up

portfolio

χαρτοφυλάκιο, προσωπικός φάκελος

position

θέση, τοποθετώ, βάζω στη θέση του

possibility

πιθανότητα

post

ανάρτηση, δημοσίευση, αναρτώ, δημοσιεύω

potential

δυναμικό (-ο,-η,-ο, της δύναμης)

practice

πρακτική, πρακτική (εξάσκηση)

pre-defined

προ-καθορισμένος

predefined

προκαθορισμένος

prediction

πρόβλεψη, πρόγνωση

preset

προρύθμιση, σετ προρυθμίσεων, προεπιλογή, προκαθορισμένη τιμή

prevent

παρεμπόδιση, παρεμποδίζω, εμποδίζω, αποτροπή, αποφυγή

privacy officer

Υπεύθυνος Προστασίας Δεδομένων (DPO)

privacy policy

πολιτική απορρήτου, πολιτική Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων

privacy policy statement

δήλωση απορρήτου, δήλωση πολιτικής απορρήτου, δήλωση περί απορρήτου, δήλωση εχεμύθειας, δήλωση προστασίας προσωπικών δεδομένων, δήλωση περί προστασίας της ιδιωτικής ζωής

private data

ιδιωτικά δεδομένα

process

διαδικασία, διεργασία, εργασία στο παρασκήνιο/υπόβαθρο, πρόγραμμα σε εκτέλεση

processor

profiling

δημιουργία προφίλ

program

πρόγραμμα, προγραμματίζω

prompt

προτροπή, προτρεπτικό, παρακίνηση, προτρέπω, παρακινώ.

proper

κατάλληλος

property

ιδιότητα

provider

πάροχος, παροχέας

provision

προπαροχή, προπαρέχω, προετοιμασία, προμήθεια, προμήθευση, έκδοση, παροχή,

provisioned=προπαρεχόμενος

provisioning=προπαροχή

proxy

διακομιστής μεσολάβησης

Public Domain Dedication

Εκχώρηση ως Κοινό Κτήμα, δημοσιοποίηση χωρίς περιορισμούς

publish

εκδίδω, δημοσιεύω

Publish as LTI tool

«Δημοσίευση ως εργαλείο LTI», Έκδοση ως εργαλείου LTI (Learning Tools Interoperability=Διαλειτουργικότητα μαθησιακών εργαλείων).

purge

εκκαθαρίζω

purging

εκκαθάριση

purpose

σκοπός, δικαιολογητικός λόγος

push

ωθώ

push notification

προωθητικό μήνυμα