OAuth 2OAuth 2 (μέθοδος εξουσιοδοτήσεων) |
objectiveαντικειμενικός σκοπός, αντικειμενικός στόχος, σκοπούμενο. |
obsoleteαπαρχαιωμένος |
ODBCODBC, Open Database Connectivity: Ανοιχτή Συνδεσιμότητα Βάσεων Δεδομένων |
offlineεκτός σύνδεσης, χωρίς σύνδεση, δίχως σύνδεση, αποσυνδεδεμένος, χωρίς απευθείας σύνδεση, άνευ σύνδεσης, απογραμμικά, μη επιγραμμικά |
onlineεντός σύνδεσης, σε σύνδεση, σε απευθείας σύνδεση, με σύνδεση, κατά τη σύνδεση, ενώ υπάρχει σύνδεση, επιγραμμικός, διαδικτυακός |
online textκείμενο σε ιστοσελίδα (σε σύνδεση) |
opt-inεπιλογή ένταξης, δυνατότητα ένταξης, δικαίωμα ένταξης, συγκατάθεση, ρήτρα προαιρετικής υπαγωγής, προαιρετική ένταξη, απαίτηση συγκατάθεσης |
opt-outεπιλογή εξαίρεσης, δυνατότητα εξαίρεσης, δικαίωμα εξαίρεσης, εξαίρεση, ρήτρα εξαίρεσης, ρήτρα προαιρετικής εξαίρεσης, προαίρεση εναντίωσης |
ordered listαριθμημένη λίστα, διατεταγμένη λίστα, ταξινομημένη λίστα, διατεταγμένος κατάλογος |
outdatedξεπερασμένος, μη ενημερωμένος |
overdueεκπρόθεσμος, καθυστερημένος, ληγμένος, έχει λήξει |
overheadέξτρα φόρτος, επιπλέον φόρτος, επιβάρυνση, επίφορτος |
overriddenπαρακάμπτομαι, υπερκαλύπτομαι, έχω υπερκαλυφθεί, επικαλύπτομαι, έχει επικαλυφθεί, υπερβαίνομαι, έχει υπερτεθεί, υπερισχύομαι, καταπατούμαι/καταπατιέμαι |
overrideπαρακάμπτω, υπερκαλύπτω, επικαλύπτω, υπερβαίνω, υπερθέτω, υπερισχύω, καταπατώ |
overviewεπισκόπηση |
ownδικού σας, ιδίου |