;· semicolon --> άνω τελεία & |
(data) controllerυπεύθυνος επεξεργασίας (δεδομένων) |
(data) processorεκτελών την επεξεργασία (δεδομένων) |
abilityικανότητα |
abnormalμη κανονικός, μη αναμενόμενος |
acceptedδεκτή, έγκριση |
accessedπροσπελασμένος, που τους έγινε πρόσβαση, επισκευθέν, επισκευθέντα, αναγνωσμένος. προσβάσιμα |
accumulatedσυσσωρευμένος |
accumulativeαθροιστικός, -ή, -ό, σωρευτικός, -ή, -ό |
actionενέργεια, δράση |
activateδραστηριοποίηση, δραστηριοποίησε |
activeσε δράση, εν δράσει, ενεργός(-ή,-ό), ενεργοποιημένος |
activityδραστηριότητα |
ad hocειδικού σκοπού, ad hoc, επί τούτω, ειδικός, για τον σκοπό αυτό, αποκλειστικά για τον σκοπό αυτό, ακριβώς για τον σκοπό αυτό |
add-onπρόσθετο |
additionalεπιπρόσθετος, πρόσθετος, επιπλέον |
addonadd-on |
adjustρύθμιση/προσαρμογή |
advancedπροχωρημένος, σύνθετος |
against whichσε σχέση με τον οποίο, έναντι του οποίου, σύμφωνα με το οποίο |
age of consentηλικία συγκατάθεσης |
agentπράκτορας, πράκτορας λογισμικού, πρακτορεύων πελάτης λογισμικού |
aggregateσυναθροίζω |
agreedσυγκατάθεση, consent |
alertσήμα επαγρύπνησης, αποστολή σήματος επαγρύπνησης, συναγερμική ειδοποίηση, ειδοποιώ συναγερμικά, (προ)ειδοποιώ, προειδοποίηση, ειδοποιώ επειγόντως, ειδοποιώ, γνωστοποιώ, επείγουσα ειδοποίηση, προειδοποιώ, ειδοποίηση που εφιστά την προσοχή, εφιστώ την προσοχή, ειδοποίηση επαγρύπνησης, ειδοποίηση ετοιμότητας |
alignmentστοίχιση, ευθυγράμμιση, εναρμόνιση |
allocateεκχωρώ, καταχωρίζω, διαθέτω, αναθέτω, διανέμω, κατανέμω, καταμερίζω |
annotateεπισημειώνω, σχολιασμός, σχολιάζω. |
announcementανακοίνωση |
answerαπάντηση, απόκριση |
antivirusαντι-ιικός, αντι-ιϊκός, αντιιικός, κατά των ιών, λογισμικό προστασίας από ιούς |
APCAlternative PHP Cache (Εναλλακτική κρυφή μνήμη PHP) (a framework that caches the output of the PHP bytecode compiler in shared memory) |
appearanceεμφάνιση, παρουσιαστικό |
appletμικροεφαρμογή, εφαρμογίδιο, μικρή εφαρμογή, εφαρμογούλα, προγραμματάκι |
applyεφαρμογή |
apply copyΠρος υποβολή (αντιγράφου) |
archiveαρχειοθήκη, αρχείο συμπίεσης, αρχείο |
Are you sure you want toΕίστε βέβαιοι ότι θέλετε να, Σίγουρα θέλετε να, Σίγουρα να. |
assessmentαξιολόγηση |
assign roleανάθεση ρόλου, εκχώρηση ρόλου, απόδοση ρόλου |
assignmentεργασία (που έχει ανατεθεί), θέμα εργασίας |
associateσυσχετίζω |
attachmentsσυνημμένα |
attemptπροσπάθεια, απόπειρα |
attendanceπαρουσίες, παρουσία, παρακολούθηση, συμμετοχή |
attributeιδιοχαρακτηριστικό, χαρακτηριστικό, απόδοση ιδιοχαρακτηριστικού, αποδίδω χαρακτηριστικό |
AttributionΑναφορά Δημιουργού (BY) (~ Licence: Άδεια με Αναφορά Δημιουργού) |
authenticateαυθεντικοποίηση, πιστοποίηση επαλήθευσης ταυτότητας (identity verification certification) |
available toδιαθέσιμο μέχρι |
avatarεικόνα προφίλ (avatar), ψηφιακή αναπαράσταση, avatar, ψηφιακό προφίλ, προσωπικό λογότυπο, προσωπικό εικονίδιο, γραφική αναπαράσταση, άβαταρ, αβατάρα, ενσάρκωση, γραφική απεικόνιση χρήστη, εικονική ταυτότητα χρήστη, αναγνωριστικό εικονίδιο, εικονίδιο αναγνώρισης. |