Friday, 19 April 2024, 7:18 PM
Site: Moodle - Open-source learning platform | Moodle.org
Course: Moodle in Greece (Greece)
Glossary: Γλωσσάριο Αγγλικών & Ελληνικών Όρων του Moodle

self enrolment

αυτο-εγγραφή

delimiter

delimiter (character): οριοθέτης, χαρακτήρας οριοθέτησης, διαχωριστής, διαχωριστικός χαρακτήρας

credentials

διαπιστευτήρια

response

απόκριση, απάντηση

answer

απάντηση, απόκριση

separate learning

μεμονωμένη μάθηση

separate way of learning: μεμονωμένος τρόπος μάθησης

connected learning

συνδεδεµένη µάθηση

connected way of learning: συνδεδεμένος τρόπος μάθησης


decimal places

δεκαδικά ψηφία, δεκαδικές θέσεις, δεκαδικά

decimal points

δεκαδικά ψηφία, δεκαδικές θέσεις


The term "decimal point" properly refers only to those signs marking the boundary between integer and decimal numbers with a point. For convenience, it is also used to speak of marks serving a similar function in other cultures. The use of "decimal point" to mean "one of the digits in the fractional part of a decimal" is, however, typically taken to be mistaken. [from en.wiktionary decimal point]


decimal point

υποδιαστολή, κόμμα

group message

ομαδικό μήνυμα, μήνυμα ομάδας


star

επισημαίνω με αστερίσκο, επισημαίνω με αστέρι, δίνω αστέρι

starred

με αστερίσκο, με αστέρι

MUC

Moodle Unified Cache (ενοποιημένη κρυφή μνήμη του Moodle)

endorse

υποστηρίζω επίσημα, υποστηρίζω (επίσημα), υποστηρίζω

cource overview

επισκόπηση μαθημάτων, επισκόπηση μαθήματος

timeline

χρονολόγιο, χρονογραμμή, ιστορικό, ιστορικό αλλαγών, χρονοδιάγραμμα

mastery

αριστοτεχνία

score

σκορ, βαθμός, βαθμολογία

σκοράρω, παίρνω βαθμό, πετυχαίνω βαθμολογία

question

ερώτηση

learning analytics

μαθησιακή αναλυτική, μαθησιακές αναλύσεις

active

σε δράση, εν δράσει, ενεργός(-ή,-ό), ενεργοποιημένος

activate

δραστηριοποίηση, δραστηριοποίησε

messaging

ανταλλαγή μηνυμάτων, μηνύματα

offline

εκτός σύνδεσης, χωρίς σύνδεση, δίχως σύνδεση, αποσυνδεδεμένος, χωρίς απευθείας σύνδεση, άνευ σύνδεσης, απογραμμικά, μη επιγραμμικά

client

λογισμικό πελάτης, πελάτης λογισμικού

ODBC

ODBC, Open Database Connectivity: Ανοιχτή Συνδεσιμότητα Βάσεων Δεδομένων

container

περιέκτης, κοντέινερ

parameter

(η) παράμετρος

applet

μικροεφαρμογή, εφαρμογίδιο, μικρή εφαρμογή, εφαρμογούλα, προγραμματάκι

widget

γραφικό στοιχείο, μικρό κομμάτι κώδικα, γραφικό συστατικό (λογισμικού), μικρομηχανισμός, εφαρμογίδιο, μικροεφαρμογή

gadget

γκάτζετ, μικροεφεύρημα, μηχανηματάκι

source

πηγή

pluggable

συνδέσιμος, βυσματούμενος, βυσματώσιμος

slot

υποδοχή, (μεμονωμένο) κενό, πεδίο απάντησης

overdue

εκπρόθεσμος, καθυστερημένος, ληγμένος, έχει λήξει

main

κύριος, -α, -ο, κυρίως

re-calculate

επαν-υπολογίζω, επανα-υπολογίζω, βλ. recalculate

recalculate

επανυπολογίζω, επαναϋπολογίζω, επανα-υπολογίζω, βλ. re-calculate

assessment

αξιολόγηση

allocate

εκχωρώ, καταχωρίζω, διαθέτω, αναθέτω, διανέμω, κατανέμω, καταμερίζω

distribute

κατανέμω, διανέμω

επεξεργαστής

processor, editor

drop-down

πτυσσόμενος, -η, -ο, αναπτυσσόμενος, -η, -ο, αναδυόμενος, -η, -ο, αναδιπλούμενος, -η, -ο

additional

επιπρόσθετος, πρόσθετος, επιπλέον

marker

διορθωτής, βαθμολογητής

δείκτης θέσης, δείκτης τοποθεσίας, ταμπελάκι, ταμπελάκι επισήμανσης, στοιχείο επισήμανσης, αντικείμενο δείκτης, ενδείκτης

grader

βαθμολογητής, διορθωτής

CLI

Command Line Interface, διεπαφή γραμμής εντολών

ικανότητα

ability

ενέργεια

action, energy