customizationπροσαρμογή |
customisedπροσαρμοσμένος |
customπροσαρμοσμένος |
csvComma Separated Values text file: μορφότυπος αρχείου κειμένου τιμών διαχωρισμένων με κόμμα |
cronjobχρονο-προγραμματισμένη μέσω της εντολής cron εργασία. |
cronεντολή χρονοπρογραμματισμού cron. |
course unitενότητα μαθήματος, μονάδα (στοιχειώδης) μαθήματος (έχει αυτονομία). |
course sectionτμήμα μαθήματος |
course moduleάρθρωμα μαθήματος, (δεν έχει αυτονομία) |
courseμάθημα, σειρά μαθημάτων |
contextπλαίσιο, πλαίσιο (συμφραζομένων), (εννοιολογικό) πλαίσιο, πλαίσιο εφαρμογής, περιβ. πλαίσιο, (περιβάλλον) πλαίσιο, (γενικότερο) πλαίσιο, περιβάλλον, συμφραζόμενα, συγκείμενα |
connectσυνδέομαι |
confirmedεπιβεβαιωμένος |
configurationρυθμίσεις, σετ ρυθμίσεων, διαμόρφωση, διαρρύθμιση |
conditionσυνθήκη, προϋπόθεση, όρος |
competencyπροσόν |
competenciesπροσόντα |
competences(ανταγωνιστικές) ικανότητες |
competence(ανταγωνιστική) ικανότητα |
committerεγκρίνων, εγκρίνων την υποβολή, εναποθέτης (στο αποθετήριο). |
commit transactionεκτέλεση συναλλαγής |
commitαποδοχή, αποδοχή υποβολής, Προς αποθετήριο, εναποθέτω (στο αποθετήριο). |
collateσύστημα (ταξινόμησης), τακτοποίηση (ταξινόμησης), τρόπος τακτοποίησης (συλλογής), επιλογές ταξινόμησης ή σειρά ταξινόμησης. |
collapseσύμπτυξη |
cohortσύνολο χρηστών, σετ χρηστών, τμήμα/σώμα στρατού, λόχος στρατού, κοόρτη (: μονάδα ρωμαϊκού στρατού αποτελούμενη από έξι εκατονταρχίες, ίση με το ένα δέκατο της λεγεώνας). A cohort of people is a group who have something in common. Cohort is used especially when a group is being looked at as a whole for statistical purposes. |
cognitive (depth)βάθος κατανόησης |
clusterσυστάδα |
client–server modelμοντέλο αρχιτεκτονικής λογισμικού πελάτη-διακομιστή ή πελάτη-εξυπηρετητή |
classκλάση |
chooserεπιλογέας |
checklistλίστα επιλογής |
checkboxπλαίσιο ελέγχου |
chatσυνομιλία, κουβεντούλα |
CBMβαθμολόγηση βάσει βεβαιότητας (Certainty Based Marking, για την αποφυγή τυχερών απαντήσεων), βαθμολόγηση με βάση την βεβαιότητα, βαθμολόγηση συνυπολογίζοντας την βεβαιότητα, βαθμολόγηση με συνυπολογισμό της βεβαιότητας |
cartridgeπακέτο, φυσίγγιο |
capacityδυναμικότητα (π.χ. χωρητικότητα) |
capabilityδυνατότητα |
cache(αποθηκεύω σε) κρυφή μνήμη |
buildεσωτερική έκδοση |
bufferενδιάμεση μνήμη, ενταμιευτής |
browserπεριηγητής, ιστοπλοηγός, πλοηγός ιστού, φυλλομετρητής, ιστοσελιδομετρητής, ιστοσελιδοκομιστής, ιστοκομιστής, ιστοπροβολέας, αναγνώστης ιστοσελίδων. browser=περιηγητής web browser=περιηγητής ιστού web browser program=πρόγραμμα περιήγησης ιστού web browser software=λογισμικό περιήγησης ιστού web browser application=εφαρμογή περιήγησης ιστού |
bookmarkσελιδοδείκτης |
blog entryανάρτηση ιστολογίου |
blogιστολόγιο |
blockμπλοκ, (συστατικό πλαίσιο), τουβλάκι, δομοστοιχείο, πλοκάδα, οικοδομικό τετράγωνο, συγκρότημα, φραγή |
be processedυπόκειμαι σε επεξεργασία |
batchδέσμη (εντολών ή ενεργειών), μαζικός |
bannerπανό, (διαφημιστικό) πανό (ιστοτόπου), διαφημιστικό πλαίσιο, εικόνα προώθησης |
badgeδιακριτικό, κονκάρδα, σήμα, βραβείο |
backupαντίγραφο ασφαλείας, εφεδρικό αντίγραφo |